Ποίος στο σύντροφον απλώνει χέρι, ωσάν να βοηθηθεί· ποίος τη σάρκα του δαγκώνει όσο που να νεκρωθεί.

Δευτέρα 25 Μαΐου 2015

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΝΣΤΙΚΤΩΝ ΤΗΣ ΑΓΕΛΗΣ








Ο συγγραφέας Wilfred Batten Lewis Trotter (1872-1939) υπήρξε Μέλος της Βασιλικής Εταιρείας της Βρετανίας (Ακαδημία Επιστημών Βρετανίας). Η επαγγελματική του ιδιότητα ήταν χειρουργός, δη πρωτοπόρος στη νευροχειρουργική. Πραγματοποίησε σημαντικές μελέτες πάνω στην κοινωνική ψυχολογία, ενώ εστιάστηκε στο ένστικτο της αγέλης, έναν όρο που ο ίδιος εισήγαγε πρώτος σε δύο εκθέσεις του 1908 και λίγο αργότερα στο έργο 'Instincts of the herd in peace and war' ('Ένστικτα της αγέλης, στην ειρήνη και τον πόλεμο', 1916). Ο Trotter υποστήριξε ότι η κοινωνικότητα εντοπίζεται ως ένστικτο, ενώ μελέτησε την ζωή στα μελίσσια, στα κοπάδια των προβάτων και τις αγέλες των λύκων. Η συμβολή του στην δυναμική των ομάδων και την μαζική ψυχολογία θεωρείται καταλυτική, όπως η επιρροή που άσκησε στo έργο 'Propaganda' (1928) του Edward L. Bernays, ενώ ο ίδιος επηρεάστηκε έντονα απ' τον Gustave Le Bon. Πέραν όλων των βιογραφικών στοιχείων που μπορεί κανείς να βρει για την πορεία του Trotter, ο ίδιος εκπαιδεύτηκε ως ψυχαναλυτής στο γνωστό για τα πειράματα και τις μελέτες των επιστημόνων που θήτευσαν σ' αυτό, Ινστιτούτο Tavistock, που εστιάζεται στην μελέτη των ανθρώπινων σχέσεων, τη συμπεριφορά της ομάδος και την οργανωτική συμπεριφορά. Η λειτουργία του εν λόγω ιδρύματος ξεκίνησε το 1946, οπόταν διαχωρίστηκε απ' την ομώνυμη κλινική Tavistock. Να σημειωθεί πως στο Tavistock θήτευσαν κι οι Sigmund Freud και Carl Gustav Jung. Στο προαναφερθέν έργο του, στη σελίδα 90 της έκδοσης του 1942, διαβάζουμε τα εξής:



'Έχει ήδη επισημανθεί πόσο επικίνδυνο θα μπορούσε ν' αποδειχθεί η αναπαραγωγή του ανθρώπου για τον λόγο ότι αυτό αντίκειται στην κλίση του. Η ιδέα συνίσταται στην τεχνητή αναπαραγωγή που τύποις αντίκειται στον 'εκφυλισμό'. Ότι οι εκφυλισμένοι, όμως, είναι διανοητικά ασταθείς, αποδεικνύεται απ' το γεγονός ότι εμφανίζουν αστάθεια όσον αφορά την ποιότητα της ευαισθησίας στην αίσθηση και την εμπειρία, ενώ σ' αυτό οφείλεται η εγγενής αδυναμία τους να προσφύγουν στον εξορθολογισμό ή τον αποκλεισμό, οποτεδήποτε αυτοί έρχονται εμπειρικά σε σύγκρουση με την πρόταση της αγέλης'.




'Είναι ενδιαφέρον να διαπιστωθεί ότι η συζήτηση ως μηχανισμός της ψυχανάλυσης απελευθερώνει τον 'διαταραγμένο' ασθενή απ' τα συμπτώματά του, όπως ότι ο Φρόυντ-κατ' επανάληψιν-τοποθετεί την προέλευση του άγχους, ότι οφείλεται στο γεγονός ότι ως κύριος παράγοντας στην όλη διαδικασία δεν συνίσταται στην πραγματική εισαγωγή των απωθημένων εμπειριών στο συνειδητό πεδίο, αλλά στην υπέρβαση των αντιστάσεων σ' ένα τέτοιο εγχείρημα. Έχω επιχειρήσει ν' αποδείξω ότι αυτές οι αντιστάσεις ή πολέμιες των παρορμήσεων έχουν περιβαλλοντική προέλευση, κι οφείλουν την ισχύ τους σε συγκεκριμένες ευαισθησίες του ασταθούς νου. Οι αντιστάσεις παρόμοιου τύπου και ιατρικής προέλευσης είναι υπεύθυνες για την δημιουργία του λεγόμενου φυσιολογικού τύπου νου. Πρόκειται για μία οριστική υπόθεση ενός παλαιότερου κεφαλαίου που περιέχεται στο παρόν βιβλίο, ότι ο φυσιολογικός τύπος νου απέχει απ' το να είναι ψυχολογικά υγιής, απέχει απ' την ικανότητα να αξιοποιήσει το πλήρες δυναμικό του όσον αφορά την προνοοτικότητα και την πρόοδο, το να έχει την αποκλειστική δύναμη να διαχειριστεί την ισχύ στον κόσμο, αποτελεί δυνάμει έναν κίνδυνο για τον πολιτισμό'.



Ακολουθεί σε μετάφραση ένα απόσπασμα απ' το εν λόγω, η υποενότητα 'Psychological Aspects of Instinct' ('Ψυχολογικές Πτυχές του Ενστίκτου') που βρίσκεται στις πρώτες σελίδες του.


Ζητούμε την επιείκεια των συναγωνιστών καθώς το κείμενο παρουσιάζει αντικειμενικές δυσκολίες λόγω των επιστημονικών όρων που περιέχονται σ' αυτό.



'Αρκετά χρόνια πιο πρίν, σ' ένα γνωστό κεφάλαιο του έργου 'Text Book of Psychology', ο William James ανέλυσε και θεμελίωσε με ιδιαίτερη λεπτότητα κι ακρίβεια τον τρόπο με τον οποίο το ένστικτο εμφανίζεται στην ενδοσκόπηση. Έδειξε ότι η ώθηση ενός ενστίκτου αποκαλύπτεται ως μία αξιωματικά προφανής πρόταση που είναι κάτι τόσο 'αισθητό' όσο οιαδήποτε προσπάθεια συζήτησης περί της βάσης της είναι ηλίθια ή κακόβουλη'. (*) (*) Σ' αναλογία ούτε ένας άνθρωπος στο δισεκατομμύριο, οπόταν παίρνει το δείπνο του, σκέφτεται αυτή καθαυτή την χρησιμότητά του. Τρέφεται επειδή η τροφή του έχει καλή γεύση και του δημιουργείται η επιθυμία να καταναλώσει μεγαλύτερη ποσότητα. Αν τον ρωτήσετε γιατί θα επιθυμούσε να φάει περισσότερο απ' αυτό που παρουσιάζει μία γεύση θελκτική γι' αυτόν, αντί να εκλάβει εσάς ως κάποιον που διακρίνεται από φιλοσοφική διάθεση το πιθανότερο είναι ότι θα γελάσει μαζί σας ή θα σας περάσει για ηλίθιο. Η σύνδεση μεταξύ αλμυρής αίσθησης και της πράξης που προκαλείται αποτελεί γι' αυτόν απόλυτα και φυσικά μία 'προτυπική σύνθεση' της πλέον κατάλληλης ανάγκης για το αυταπόδεικτο. Σ' ένα πιο μεταφυσικό επίπεδο τέτοιες ερωτήσεις θα μπορούσαν να τεθούν ως εξής: 'Γιατί χαμογελάμε, όταν αισθανόμαστε κάποια ευχαρίστηση, κι αντίθετα δεν διακρινόμαστε από ένα βλοσυρό ύφος; Γιατί είμαστε ανίκανοι να μιλήσουμε με τον ίδιο τρόπο μπροστά σ' ένα πλήθος απ' ότι σ' έναν απλό φίλο μας; Γιατί μία παρθένα δημιουργεί ένα πρότυπο που μπερδεύει το μυαλό μας; Ο μέσος άνθρωπος μπορεί απλοϊκά να πει: 'Φυσικά χαμογελάμε, φυσικά η καρδιά μας τρεμοπαίζει μπροστά σ' ένα πλήθος, φυσικά ό,τι αγαπάμε σε μία παρθένα, είναι η όμορφη ψυχή που αποτυπώνεται σ' αυτή την τέλεια μορφή, τόσο χειρωπιαστά και κατάφορα ώστε αυτή μπορεί ν' αγαπηθεί αιώνια' (W. James, 'Principles of Psychology', vol. ii. p. 386).





Όταν αναγνωρίζουμε πως οι αποφάσεις οφείλονται στο ένστικτο που ήρθε στο νου με μία μορφή τόσο χαρακτηριστική κι απλή, συμπερασματικά αυτό μας ενθαρρύνει ταυτόχρονα ν' αναρωτηθούμε εάν όλες οι αποφάσεις με τη μορφή αυτή πρέπει να εκλαμβάνονται ως κατ' ουσίαν ενστικτώδους προέλευσης. Πολλές προσπάθειες έχουν γίνει προκειμένου να εξηγηθεί η συμπεριφορά του ανθρώπου, ότι κυριαρχείται απ' το ένστικτο. Με μία διερευνητική ματιά, εντούτοις, αποκαλύπτεται το γεγονός ότι ο όγκος της γνωμοδότησης με βάση τις υποθέσεις που αναπτύσσουν οι εσωστρεφείς χαρακτήρες είναι τόσο μεγάλος, ώστε οποιαδήποτε απάντηση, αλλά πολύ περισσότερο μία αρνητική φαίνεται να είναι εντελώς ασύμβατη με τις τρέχουσες αντιλήψεις για τη φύση της ανθρώπινης σκέψης. (**) Ο άνθρωπος, στην πραγματικότητα, υποκινείται απ' τις παροτρύνσεις πρόδηλων ενστίκτων, όπως η αυτοπροστασία, η καλλιέργια, η σεξουαλικότητα σε τέτοιο βαθμό ώστε να καταστήσει ελπιδοφόρα και δελεαστική την προσπάθειά του. Στον ίδιο βαθμό, εύκολα μπορεί να γενικευτεί υπ' αυτές τις τρεις παροτρύνσεις ο πειρασμός να διατυπωθεί ότι το σύνολο της ανθρώπινης συμπεριφοράς μπορεί να συνοψισθεί σ' αυτές κατέστη αδύνατο. Αυτές οι πρωτόλειες απόπειρες αντικειμενικοποίησης σύντομα, εν τούτοις, άρχισαν να μολύνονται απ' την αμφιβολία. Ο άνθρωπος, εξαιτίας του πρόδηλου καθήκοντός του για το αντίθετο, θα συνέχιζε τόσο συχνά όχι να προστατεύει τον εαυτό του, να καλλιεργεί τον εαυτό του και ν' αντιστέκεται στις γαλιφιές της σεξουαλικότητας, ώστε η προσπάθειά του να περιορίσει την συμπεριφορά του σ' αυτές τις τρεις κατηγορίες άρχισε να ομογενοποιείται σ' ένα αυξανόμενο εμφανές και τελικά ανυπόφορο φορτίο απώθησης κι έλξης, στον βαθμό που προσποιούταν ότι ήταν ο ίδιος 'μέσα' σ' όλα αυτά, την ίδια στιγμή που τόσο πρόδηλα μεγάλος όγκος παρέμενε 'έξω' απ' αυτά, ενώ όφειλε να έχει παραιτηθεί απ' τη διαδικασία αυτή, κι ανακαλύφθηκε ότι ο άνθρωπος δραπέτευε και πάντοτε οφείλει να δραπετεύει από οιαδήποτε ανάλογη προσπάθεια γενίκευσης από μέρους της επιστήμης.




(**) Αυτή η εσωστρεφής φύση της 'προτυπικής σύνθεσης του καλύτερου είδους' εντοπίζεται, για παράδειγμα, στις παραδοχές στις οποίες εδράζεται ο όγκος των απόψεων γύρω απ' την Εκκλησία και το Κράτος, την οικογένεια, τη δικαιοσύνη, την ιδιοκτησία, την τιμή, την αγνότητα, το έγκλημα, κι ούτω καθεξής. Ακόμα δεν μπορούμε να αποφανθούμε ξεκάθαρα ότι υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο ένστικτο που συνδέεται με οποιοδήποτε απ' αυτά τα αντικείμενα, ώστε, μπορούμε να πούμε τουλάχιστον, ότι το αποτέλεσμα θα ήταν μία αφάνταστη πολλαπλότητα των ενστίκτων, όπου το μεγαλύτερο μέρος τους τελούν εξ ολοκλήρου χωρίς οποιαδήποτε πιθανή βιολογική χρησιμότητα. Για παράδειγμα, υπάρχουν αντικειμενικές δυσκολίες να φανταστούμε ένα ένστικτο που να καθιστά τους ανθρώπους Μεθοδιστές ή Ρωμαιοκαθολικούς, ή ένα ένστικτο που να ωθεί τους ανθρώπους να σεβαστούν την ζωή της βρετανικής οικογένειας ως το υψηλότερο παράγωγο του πολιτισμού, ενώ ακόμα δεν μπορεί να τεθεί κάποιο ερώτημα ότι αυτές οι θέσεις βασίζονται σε παραδοχές που διαθέτουν όλοι οι χαρακτήρες που περιγράφονται απ' τον James ως ανήκουσες στις παρορμήσεις του ενστίκτου.



Ένα πιο προφανές συμπέρασμα θα μπορούσε να είναι ότι υπάρχει κάποιο άλλο ένστικτο το οποίο δεν έχει υπολογιστεί, κάποια παρόρμηση, ίσως, το οποίο δεν έχει αντικειμενική υπόσταση, όπως λογίζεται για το άτομο, τουναντίον θα μπορούσε να έχει μεταβάλλει τα υπόλοιπα ένστικτα και θα είχε οδηγήσει σε νέους συνδυασμούς στους οποίους η πρωτόγονη ενστικτώδης παρόρμηση θα ήταν μη αναγνωρίσιμη ως τέτοια. Ένας μηχανισμός όπως αυτός αποδεδειγμένα θα παρήγαγε μία σειρά ενεργειών, όπου η ομοιομορφία θα αποδεικνυόταν πολύ δύσκολο ν' αναγνωριστεί μέσα από ευθεία παρατήρηση, ωστόσο θα ήταν πολύ εμφανές αν οι χαρακτήρες του 'άγνωστου συντελεστή' ήταν διαθέσιμοι.



Στο παρόν, πρόκειται για ένα εντυπωσιακό γεγονός ότι μεταξύ των ζώων υπάρχουν ορισμένα, η συμπεριφορά των οποίων, μπορεί να συνοψισθεί εύκολα στις κατηγορίες της αυτοπροστασίας, της καλλιέργιας, και της σεξουαλικότητας, καθόσον υπάρχουν άλλες, η συμπεριφορά των οποίων δεν μπορεί επιπλέον να συνοψισθεί. Η συμπεριφορά της τίγρης και της γάτας θεωρείται απλοϊκή, και εύκολα γίνεται κατανοητή, παρουσιάζοντας μη αναφομοιώσιμες ανωμαλίες, λαμβάνοντας υπ' όψιν ότι ο σκύλος με την συνείδησή του, το χιούμορ του, τον τρόμο της μοναχικότητας, την ικανότητα να δείχνει αφοσίωση σ' έναν βάρβαρο αφέντη, ή ότι η μέλισσα, με την ανιδιοτελή αφοσίωσή της στην κυψέλη, προμηθεύει τα φαινόμενα που μπορεί ν' αφομοιώσει δεν συνιστούν σοφιστεία χωρίς τη βοήθεια ενός τέταρτου ενστίκτου. Ωστόσο, μία σύντομη εξέταση θ' αποδείξει ότι τα ζώα, η συμπεριφορά των οποίων είναι δύσκολο να συνοψισθεί κάτω απ' τις τρεις πρωτόγονες ενστικτώδεις κατηγορίες θεωρείται αγελαία. Αν μπορεί ν' αποδειχθεί ότι η αγελαία συμπεριφορά (κοινωνικότητα) οφείλεται σε μία βιολογική διαφοροποίηση που αγγίζει σε σημασία τα υπόλοιπα ένστικτα, εύλογα μπορούμε να περιμένουμε να εντοπίσουμε την πηγή αυτών των ανωμαλιών της συμπεριφοράς, κι αν μπορούμε επίσης να δείξουμε: ότι ο άνθρωπος είναι αγελαίο όν, μπορούμε ν' αντλήσουμε απ' τον ορισμό του 'άγνωστου συντελεστή' ό,τι θα μπορούσε να ευθύνεται για την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης συμπεριφοράς.



Το έργο 'Instincts of the Ηerd in Peace and War' μπορείτε να το κατεβάσετε ελεύθερα από εδώ:

https://ia700502.us.archive.org/20/items/instinctsofherdi00trot/instinctsofherdi00trot.pdf