Ο Εθνικοσοσιαλισμός αποτελεί το μοναδικό κοσμοθεωρητικό οικοδόμημα που κάνει πράξη το όραμα της Άριας κοινωνίας, εις την οποίαν τόσο ο άνδρας όσο η γυναίκα απολαμβάνουν της φυσικής θέσεώς τους σε αυτήν. Οι γυναίκες στις οποίες εδράζεται η μητρότητα, το κλειδί της πολεμικής αρετής των ανδρών, κατέχουν την θέση που τους αρμόζει, ως γεννήτορες πολεμιστών. Ο ρόλος τους στον πόλεμο που διεξάγουμε είναι ιδιαίτερα σημαντικός και αξεχώριστος από των ανδρών. Οι Εθνικοσοσιαλιστές άνδρες εκλαμβάνουν ισότιμες τις Εθνικοσοσιαλίστριες γυναίκες σε μία ισορροπία που προάγει το έθνος, την φυλή και τον πολιτισμό. Ο Εθνικοσοσιαλισμός είναι ο ίδιος ένας ζωντανός οργανισμός για τους ανθρώπους σε ένα καθεστώς ανώτερου βιολογικού πολιτισμού. Φυσικά, ο Εθνικοσοσιαλισμός δεν αποτελεί κοινωνικό ισοδύναμο του μαρξιστικού οικοδομήματος από την αντίστροφη. Δεν αποπειράται να ερμηνεύσει τους φυσικούς νόμους μέσα από υλιστικές ψευδοεπιστημονικές θεωρήσεις, αλλά τους εφαρμόζει στην πράξη. Ο Εθνικοσοσιαλισμός αντιμετωπίζει την οικονομία ως ένα μέσο κοινωνικής ευημερίας στο υλικό επίπεδο. Δεν την ευλογεί όπως ο Μαρξισμός. Ο έρωτας, το συστατικό στοιχείο της ανθρώπινης φύσεως αποτελεί το κλειδί της πολεμικής αρετής από αρχαιοτάτων ετών. Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα που θα μπορούσαμε να επικαλεστούμε επ' αυτού είναι ότι ένας ολόκληρος Τρωικός πόλεμος έγινε για τα μάτια της ωραίας Ελένης, με δεδομένο την Κρίση του Πάρη που έχει άμεση σύνδεση με το όλο. Στο σύγχρονο εθνικοσοσιαλιστικό κίνημα, οι γυναίκες αγωνίστριες προσφέρουν σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από αυτόν που ενδεχομένως μπορούν να φανταστούν οι άνδρες αγωνιστές.
Θέλουμε τις λευκές γυναίκες στο πλευρό μας, στον δρόμο, στην πολιτική δράση, την πολιτική μάχη, οπουδήποτε διεξάγεται αγώνας. Τις θέλουμε συντρόφους μας, συζύγους μας, μελλοντικές μητέρες των λευκών παιδιών μας. Τα πάντα είναι ένας ατέρμονος αγώνας. Η καθημερινότητα, τα οράματα, οι ελπίδες. Σε όλα αυτά θέλουμε τις γυναίκες αρωγούς των προσπαθειών μας. Τις θέλουμε μαχητικές και αυτό διότι πολύ απλά μπορούν. Όχι μονάχα μπορούν, αλλά είναι πιστές και ισχυρές εν συγκρίσει προς τις αριστερίστριες. Αρκεί να παραθέσουμε την περίπτωση των γυναικών της '17ης Νοέμβρη' για να κατανοήσει ο καθένας περί τίνος πρόκειται. Η παρτούζα είχε πάει σύννεφο στην οργάνωση και στο τέλος ο χαφιεδισμός έδωσε και πήρε. Στο τέλος οι άνδρες της οργάνωσης την πλήρωσαν με 'μπουζού' και οι αριστερίστριες 'ούτε γάτα-ούτε ζημιά'. Σε άρθρο μας με τίτλο 'Το Γερμανικό Εθνικοσοσιαλιστικό Αντάρτικο Πόλεων', βρίσκεται στον κάτωθι σύνδεσμο, αναφερθήκαμε μεταξύ άλλων σχετικών στον παλαίμαχο Γερμανό Εθνικοσοσιαλιστή, Manfred Roeder. Στο απόσπασμα που παραθέτουμε, μπορείτε να συλλέξετε περισσότερα στοιχεία για τον ίδιο. Θα κατανοήσετε τον επαναστατικό ρόλο που παίζει ο έρωτας στον Εθνικοσοσιαλισμό και πού μπορεί να φτάσει μία Εθνικοσοσιαλίστρια προκειμένου να ικανοποιήσει τον σύντροφό της και αντικείμενο του έρωτά της. Να θυμήσουμε και την περίπτωση της γερμανίδας Εθνικοσοσιαλίστριας Μπεάτε Τσέπε της 'NSU' που παραμένει ανένδοτη απέναντι στις γερμανικές αρχές ασφαλείας για τα όσα της αποδίδονται. Περισσότερα στην μπροσούρα της 'Ε/Σ Ολική Αντίσταση' με τίτλο 'Απ' την Ακροαριστερή RAF στην Εθνικοσοσιαλιστική NSU', όπως επίσης και στην μπροσούρα της οργάνωσής μας με τίτλο 'Τα Παιδιά του Rostock'.
'Το Γερμανικό Εθνικοσοσιαλιστικό Αντάρτικο Πόλεων'
https://maiandrioi.blogspot.
Εξαιρετικό επίσης το παλαιό άρθρο συναγωνιστών με τίτλο 'Οι Γυναίκες στον Εθνικοσοσιαλισμό΄που βρίσκεται στον σύνδεσμο:
https://maiandrioi.blogspot.
Στο βιβλίο της Eileen MacDonald 'Πυροβολήστε πρώτα τις γυναίκες' (εκδόσεις Γραφές), παρατίθενται περιπτώσεις γυναικών που έδρασαν στο αντάρτικο πόλεων σε διάφορες χώρες. Στις τελευταίες σελίδες (319-322) υπάρχει αναφορά στη Σίμπιλε Βόρντερμπρούγκε, ως χαρακτηριστική περίπτωση γυναικός που ανήκε στο νεοναζιστικό κίνημα της εποχής της, ενώ συνδέθηκε ερωτικά με τον Manfred Roeder. Η περιγραφή είναι απολαυστική και διδάσκει πολλά σε όσους κατανοούν την βαθύτερη σύνδεση και εάν φυσικά έχουν τις ανάλογες προσλαμβάνουσες. Παρακάτω θα διαπιστώσετε το βάσιμο του ισχυρισμού πολλών κοινωνιολόγων και ψυχολόγων ότι οι γυναίκες αναγκάζονται να αποδειχθούν καλύτερες από τους άνδρες, ειδικότερα στον πολιτικό αγώνα.
'Σημαντικός υπήρξε, επίσης, ο ρόλος των γυναικών στο νεοναζιστικό κίνημα της Γερμανίας. Το 1988 αποφυλακίστηκε, μετά από οκτώ χρόνια φυλάκισης η Σίμπιλε Βόρντερμπρούγκε, η οποία είχε καταδικαστεί σε ισόβια για τη δολοφονία δύο Βιετναμέζων προσφύγων, βομβιστικές επιθέσεις, εμπρησμούς και συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση. Ήταν τριάντα δύο χρονων και μέρος της ποινής της το είχε εκτίσει στην ίδια πτέρυγα απομόνωσης των φυλακών του Σταμχάιμ με τα μέλη της RAF. Η ιδεολογία της, ωστόσο, δεν θα μπορούσε να διαφέρει περισσότερο από εκείνη των συγκρατούμενών της.
Το 1980 είχε ενταχτεί σε μια οργάνωση υπό την ηγεσία ενός διαβόητου νεοναζί, του Μάνφρεντ Ρέντερ, ο οποίος ισχυριζόταν ότι ένας από τους ναυάρχους του Χίτλερ τον είχε ορίσει διάδοχο του Φύρερ. Ήταν ένας δικηγόρος πενήντα ενός χρονών, ο οποίος κατά την διάρκεια της προηγούμενης πενταετίας είχε συγκεντρώσει γύρω του μια μικρή ομάδα ανδρών και γυναικών, που πίστευαν ότι ήταν ο νέος Φύρερ. Αποστολή τους ήταν να απαλλάξουν τη Γερμανία από τους ξένους.
Προσπάθησα να πάρω συνέντευξη της κυρίας Βόρντερμπρούγκε, αλλά εκείνη, έχοντας ήδη αφηγηθεί την ιστορία της στο γερμανικό περιοδικό Quick, αρνήθηκε να με συναντήσει. Προσπαθούσε να ξαναφτιάξει τη ζωή της και δεν ήθελε να της θυμίζουν το παρελθόν της.
Σε μια σειρά άρθρων στο περιοδικό ισχυριζόταν ότι είχε οδηγηθεί στη διάπραξη όλο και σοβαρότερων ρατσιστικών επιθέσεων, με αποκορύφωμα το φόνο, από τον έρωτά της για τον Ρέντερ. Υπονοούσε ότι η ίδια δεν είχε καμία ευθύνη για τις πράξεις της, λόγω του μεγάλου έρωτα που ένιωθε για εκείνον. 'Ήταν σαν να ήμουν τυφλή', ήταν τα λόγια της.
Η ερμηνεία της φάνταζε υπερβολικά απλοϊκή και ήταν απογοητευτικό το γεγονός ότι δεν είχα την ευκαιρία να της υποβάλλω ερωτήσεις επειδή, αν μη τι άλλο, η περίπτωσή της ήταν η μοναδική που φαινόταν να αναποκρίνεται στη θεωρία ότι οι γυναίκες παρασύρονται σε βίαιες ομάδες λόγω του έρωτά τους για κάποιον άνδρα.
Σύμφωνα με τα άρθρα, είχε έρθει σε επαφή με το νεοναζιστικό κίνημα μέσω μιας συναδέλφου της στο νοσοκομείο όπου εργαζόταν ως ιατρική βοηθός. Η συνάδελφός της, μια νεαρή που λεγόταν Γκαμπριέλε Κόλντιτς, ζήτησε από τη Σίμπιλε να της δανείσει κάτι να διαβάσει και η Σίμπιλε της έδωσε το 'Ημερολόγιο της Άννας Φράνκ'. Η Γκαμπριέλε το πέταξε στην άκρη χαρακτηρίζοντάς το 'παραχαραγμένη ιστορία'. Στη συνέχεια, προχώρησε στη 'διαφώτιση' της Σίμπιλε, μιλώντας της για το 'Ψέμα του Άουσβιτς' και την 'αλήθεια' για τα εγκλήματα πολέμου των ναζί.
Στους επόμενους μήνες έδωσε στη Σίμπιλε μια συλλογή ναζιστικών δημοσιευμάτων και κασέτες με ηχογραφημένες ομιλίες του Ρέντερ. Οι λόγοι έκαναν βαθιά εντύπωση στη Σίμπιλε, που παρακάλεσε την Γκαμπριέλε να την γνωρίσει στον ομιλητή. Ισχυριζόταν ότι, από τη στιγμή που συνάντησε τον Ρέντερ, ένιωθε υπνωτισμένη και ονειρευόταν 'να περάσει μια νύχτα μαζί του'.
Ο Ρέντερ εκπλήρωσε κάποια στιγμή την επιθυμία της και οι δυο τους έγιναν εραστές. Η Σίμπιλε ξελογιαζόταν όλο και περισσότερο από τον έρωτά της και εκείνος την προέτρεπε να συμμετάσχει στο δίκτυό του. Η ομάδα του, με το όνομα Απελευθερωτικό Κίνημα Γερμανικής Κυριαρχίας, είχε, ήδη, πραγματοποιήσει βομβιστικές επιθέσεις σε μια έκθεση με θέμα το Άουσβιτς και έναν ξενώνα πολιτικών προσφύγων που ζητούσαν άσυλο. Στις επιθέσεις είχαν εμπλακεί η Γκαμπριέλε και ο πατέρας της, ο οποίος ήταν γιατρός. Η Σίμπιλε ισχυριζόταν ότι η χρήση βίας έμοιαζε ξαφνικά δικαιολογημένη για να πραγματοποιηθεί το όραμα του Ρέντερ για μια καθαρή Γερμανία.
Ο Ρέντερ απαιτούσε περισσότερη βία, δηλώνοντας ότι ήθελε να τιναχτούν στον αέρα οι ξενώνες πολιτικών προσφύγων. Και η Σίμπιλε ήταν αποφασισμένη να κερδίσει τον θαυμασμό του.
Παραιτήθηκε από τη δουλειά της και έγινε γραμματέας του Ρέντερ. Τα νέα της καθήκοντα απαιτούσαν την εγκατάστασή της στο σπίτι του, που ήταν γνωστό ως Ράιχσχοφ. Η τροπή των γεγονότων δεν άρεσε καθόλου στη Φράου Ρέντερ, μητέρα έξι παιδιών. Η Σίμπιλε παρείχε τις υπηρεσίες της αφιλοκερδώς, προσφέροντας και τις αποταμιεύσεις της των περίπου 3.000 λιρών στο ταμείο του κινήματος. Η παρουσία της, ωστόσο, δημιούργησε εύλογες εντάσεις, έτσι, ύστερα, από δυο μήνες, αναγκάστηκε να μετακομίσει.
Την πρώτη της αποστολή, μια βομβιστική επίθεση σε ξενώνα προσφύγων, την εκτέλεσε σε συνεργασία με έναν άνδρα συναγωνιστή της. Η έκρηξη προκάλεσε αξιοσημείωτες υλικές ζημιές, δεν κατάφερε, όμως, να ικανοποιήσει τον Ρέντερ, που ήθελε ο αγώνας του να τραβήξει την παγκόσμια προσοχή.
Μια εβδομάδα αργότερα, εκείνη και δυο άνδρες πραγματοποίησαν βομβιστική επίθεση εναντίον ενός ξενοδοχείου κοντά στη Στουτγκάρδη που στέγαζε πρόσφυγες από την Ερυθραία, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό τριών ατόμων. Ο εραστής της ήταν ικανοποιημένος μαζί της και η ίδια η Σίμπιλε ανέφερε: 'Με κυρίευσε κάτι σαν μέθη. Καταλάβαινα βέβαια ότι ήταν αναπόφευκτος ο τραυματισμός ανθρώπων, απέφευγα όμως να το σκέφτομαι. Ο Ρέντερ ήταν ευτυχισμένος, έτσι ένιωθα και εγώ ευτυχισμένη'. Η επόμενη επίθεσή της είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο δυο ανθρώπων. Είχε διαβάσει σ' ένα περιοδικό του Αμβούργου ότι είχε αρχίσει να λειτουργεί στην πόλη ένας καινούριος ξενώνας για πρόσφυγες που ζητούσαν πολιτικό άσυλο. Τηλεφώνησε στον Ρέντερ για να πάρει την έγκρισή του και, σύμφωνα με την ίδια, της δόθηκαν ρητές εντολές να πραγματοποιήσει βομβιστική επίθεση. Τα μεσάνυχτα, η Σίμπιλε και ο συνεργός της πέταξαν κοκτέιλ Μολότοφ στο εσωτερικό του ξενώνα, όπου κοιμόνταν τριάντα τέσσερις 'άνθρωποι των καραβιών' από το Βιετνάμ. Ακολούθησε μια φοβερή έκρηξη και δυο Βιετναμέζοι, ηλικίας είκοσι ενός και δεκαοκτώ χρονών, βρήκαν τον θάνατο μέσα στην πύρινη κόλαση.
Η Σίμπιλε ένιωσε βαθιά συγκλονισμένη με αυτό που είχε συμβεί, ο Ρέντερ, όμως τη διαβεβαίωσε για την αναγκαιότητα της πράξης της, θεωρούσε τους θανάτους αμελητέους, λέγοντας ότι τα θύματα ήταν απλά 'πιθηκάνθρωποι', μεταστρέφοντας, έτσι, τις αρχικές τύψεις της Σίμπιλε σε ένα αίσθημα ηρωισμού. 'Αρχισε να σχεδιάζει νέες επιθέσεις εναντίον φιλανθρωπικών οργανισμών που παρείχαν βοήθεια στους ξένους, πριν, όμως, προλάβει να προκαλέσει περισσότερους θανάτους, συνελήφθη να γράφει με σπρέι ρατσιστικά συνθήματα σ' έναν τοίχο.
Ο Χερ Κρίστιαν Λόχτε, διευθυντής της Υπηρεσίας Προστασίας του Συντάγματος του Αμβούργου, θεωρούσε ότι η κυρία Βόρντερμπρούγκε αποτελούσε άριστο παράδειγμα του τρόπου με τον οποίον οι γυναίκες αφιερώνονται ολόψυχα σε κάποιον σκοπό, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από τους άνδρες. Ο Χερ Λόχτε, πρώην δικαστικός, άρχισε να δουλεύει για την Υπηρεσία το 1972, κατά την διάρκεια του ανθρωποκυνηγητού για την ομάδα Μπάαντερ-Μάινχοφ, του οποίου υπήρξε, ουσιαστικά, ο ιθύνων νους. Είναι προϊστάμενός της από το 1980 και είναι φανερό ότι η δουλειά του τον συναρπάζει. 'Δε μας ενδιαφέρει', μου είπε, 'απλά να συλλάβουμε τους τρομοκράτες. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι να τους μελετήσουμε, να τους έχουμε υπό στενή παρακολούθηση, ώστε να μπορέσουμε να αποκτήσουμε γνώσεις γι' αυτούς'.
Η περίπτωση της κυρίας Βόρντερμπρούγκε, συνέχισε, επιβεβαίωνε την άποψη που πάντα είχε για τις γυναίκες τρομοκράτες: 'Τη μια ημέρα ούτε που είχε ακουστά τους νεοναζί και την επόμενη είχε γίνει τρομοκράτισσα. Τη μια ημέρα δεν την ενδιέφερε καθόλου το ζήτημα και την άλλη ήταν σκληρή τρομοκράτισσα. Μέσα σε μια νύχτα έγινε μαχήτρια'. Αυτή η ολοκληρωτική στράτευση σε μια ιδέα μέχρι του σημείου να αποκλείεται κάθε τι άλλο, ακόμη και οι οικογενειακοί δεσμοί και η αγωγή, πίστευε ότι ήταν εμφανής και στην περίπτωση της Σουζάνε Άλμπρεχτ'.
ΤΟΜΕΑΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ