Σε αυτή την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα που προκλήθηκε με αφορμή την απέλαση του αρχιμανδρίτη, ήρθε το αιματηρό επεισόδιο της Επισκοπής για να βάλει φωτιά.
Τη νύχτα της 10ης Απριλίου του 1994, μία ομάδα ένοπλων εισέβαλε από το ελληνικό έδαφος σε στρατόπεδο νεοσύλλεκτων στο συνοριακό φυλάκιο στο χωριό Άνω Επισκοπή, λίγα χιλιόμετρα βορειότερα της Κακαβιάς. Τα μέλη της ομάδας, πέντε ως εφτά περίπου, αφού σκότωσαν έναν Αλβανό λοχαγό και έναν στρατιώτη, τραυμάτισαν άλλους τέσσερις, έδεσαν και φίμωσαν τους υπόλοιπους, που ήταν άοπλοι, πήραν όσα όπλα βρήκαν στην αποθήκη και εξαφανίστηκαν μέσα στη νύχτα.
Το πρωί, η αλβανική κυβέρνηση χάλασε τον κόσμο. Γνωστοποίησε με την παρακάτω ανακοίνωση το επεισόδιο:
'Σήμερα 10 Απριλίου 1994 και ώρα 2:40 τα ξημερώματα, μία ομάδα οχτώ ατόμων από Έλληνες κομάντο, εκ των οποίων ο ένας μιλούσε αλβανικά με ελληνική προφορά, οπλισμένοι και με στολή του ελληνικού στρατού, μπήκαν στα αλβανικά σύνορα κοντά στο χωριό Επισκοπή του νομού Αργυροκάστρου, στο στρατόπεδο που εκπαιδεύονταν Αλβανοί στρατιώτες, και άνοιξαν πυρ εναντίον που στρατιωτών που κοιμούνταν. Σκότωσαν το στρατιώτη Άρσεν Γκίνη από το Φίερι και τον αξιωματικό Φατμίρ Σέχου από το Τεπελένι ενώ τραυμάτισαν και άλλους τρεις στρατιώτες. Οι κομάντος κραύγαζαν 'αυτά θα πάθετε στη Βόρειο Ήπειρο και να μην νομίζετε ότι ξεχνάμε'.
Στην Αθήνα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Ευάγγελος Βενιζέλος δήλωσε ότι τα γεγονότα αυτά ήταν άγνωστα στην ελληνική κυβέρνηση, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν είχε καμία εμπλοκή σε τέτοιες ενέργειες, οι οποίες είναι αντίθετες στα συμφέροντα των δύο χωρών, και πρόσθεσε πως 'η Ελλάδα είναι υποστηρικτής της ειρήνης και της σταθερότητας στα Βαλκάνια και δεν μπορεί να έχει σχέση με αυτά τα γεγονότα, όπως είναι γνωστό παγκοσμίως αλλά και στην ίδια την αλβανική κυβέρνηση'. Τα Τίρανα, παρά ταύτα, επέμειναν στην εκδοχή του ελληνικού δακτύλου και η ένταση κορυφώθηκε όταν την επομένη έγινε στο Αργυρόκαστρο η κηδεία του άτυχου αξιωματικού που εξελιχθηκε σε ανθελληνικό παραλήρημα με τον υπουργό Άμυνας Σαφέτ Ζουλάλι στον επικήδειό του παραλίγο να κηρύξει τον πόλεμο κατά της Ελλάδας.
Το φέρετρο με το άψυχο κορμί του αξιωματικού, καλυμμένο με την αλβανική σημαία, περιφέρθηκε στους δρόμους της πόλης και κατευθύνθηκε προς το Γενικό Προξενείο της Ελλάδας, που στεγαζόταν σε ένα κτίριο απέναντι από το τζαμί. Εκφωνήθηκαν πύρινοι λόγοι και ακούστηκαν αποκρουστικά συνθήματα κατά της Ελλάδας.
Την επομένη, αλλά κυρίως στο διάστημα 15-18 Απριλίου, οι μυστικές υπηρεσίες, οι εισαγγελικές αρχές και η αστυνομία εξαπέλυσαν πρωτοφανές πογκρόμ εναντίον της ελληνικής μειονότητας. Εφόρμησαν στα σπίτια ομογενών και στα γραφεία της Ομόνοιας, υλοποιώντας σχέδιο με την κωδική ονομασία BLIC.
Η χιονοστιβάδα είχε αρχίσει να κατρακυλάει. Πραγματοποιήθηκαν περισσότερες από εξακόσιες προσαγωγές, κακοποίησαν βάναυσα όσους τόλμησαν να διαμαρτυρηθούν ή να ζητήσουν να τους επιδειχθεί ένταλμα για τις έρευνες. Άρπαξαν από τα γραφεία της Ομόνοιας όλα τα αρχεία της.
Τελικά, συνέλαβαν ως ύποπτα για αποσχιστικές δραστηριότητες έξι στελέχη της οργάνωσης, και συγκεκριμένα τους Θεόδωρο Μπεζιάνη, πρόεδρο της Ομόνοιας Αργυροκάστρου, Ηρακλή Σύρμο και Κώστα Κυριακού, αντιπρόεδρο και μέλος του προεδρείου της ίδιας οργάνωσης αντίστοιχα, Ευάγγελο Παπαχρήστο, πρόεδρο της Ομόνοιας Αγίων Σαράντα, Παναγιώτη Μάρτο, πρόεδρο της Ομόνοιας Δελβίνου και Κωνσταντίνο Τσιάβο, μέλος της Ομόνοιας Αγίων Σαράντα.
Η μαρτυρία του Ηρακλή Σύρμου, όπως την κατέθεσε αργότερα ο ίδιος, είναι χαρακτηριστική του κλίματος που επικράτησε εκείνη τη νύχτα που για τους Έλληνες της Αλβανίας έμεινε γνωστή ως η νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου:
'Με ποιό δικαίωμα μπήκατε στο σπίτι μου, έχετε άδεια από τον εισαγγελέα;', τους ρώτησα.
'Ήρθαμε να κάνουμε έλεγχο. Σκάσε, βούλωσέ το! Εσείς της Ομόνοιας το κάνατε αυτό στην Επισκοπή. Θα σας φάμε σκυλιά, σκατοέλληνες! Θέλετε αυτονομία της Βορείου Ηπείρου, έ, σας βάζει ο τραγόπαπας ο Σεβαστιανός...', μου απάντησαν.
Οι άνθρωποι της SHIK μαζί με τα έγγραφα της Ομόνοιας έβαλαν στο χέρι και τους καταλόγους που η παραηγεσία της οργάνωσης είχε καταρτίσει με τους οπλισμένους ομογενείς, οι οποίοι προορίζονταν να διαδραματίσουν ειδικό ρόλο στην επίτευξη του ιερού σκοπού. Ήταν αυτοί οι κατάλογοι που αποτέλεσαν αργότερα το ισχυρότερο στοιχείο του κατηγορητηρίου εναντίον των συλληφθέντων.
Η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου, που κλήθηκε να διαχειριστεί την πρώτη μεγάλη κρίση στις ελληνοαλβανικές σχέσεις στη βραχεία έως τότε θητεία της, σκλήρυνε τη στάση της, συλλαμβάνοντας και απελαύνοντας χιλιάδες Αλβανούς λαθρομετανάστες. Μολονότι υποπτευόταν τι είχε συμβεί, δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς.
Η αλβανική πλευρά, η
οποία έως εκείνη τη στιγμή είχε αποφύγει να αναμίξει επισήμως την
κυβέρνηση της Αθήνας στην υπόθεση, απέλασε στις 20 Απριλίου τον γενικό
πρόξενο Χρήστο Ιακώβου, για να απαντήσει η Αθήνα με την απέλαση του Α'
γραμματέα της αλβανικής πρεσβείας Καστριότ Ρόμπο.
Η κατάσταση οδηγείτο στα άκρα, με την Αθήνα να μπλοκάρει στην Ευρωπαϊκή Ένωση την προοριζόμενη για την Αλβανία οικονομική βοήθεια. Από τη μία η αλβανική ξεροκεφαλιά και από την άλλη η ελληνική υπεροψία του τύπου να σπάσουμε τον τσαμπουκά των ξυπόλυτων και πεινασμένων Αλβανών.
Από το βιβλίο του δημοσιογράφου Σταύρου Τζίμα (πρόλογος: Αλέξης Παπαχελάς) 'Στον Αστερισμό του Εθνικισμού' (Αλβανία και Ελλάδα στην Μετά-Χότζα εποχή) από τις εκδόσεις 'Επίκεντρο', σελίδες 90-92.