Ποίος στο σύντροφον απλώνει χέρι, ωσάν να βοηθηθεί· ποίος τη σάρκα του δαγκώνει όσο που να νεκρωθεί.

Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2014

Μαχητικός Πυρήνας Ηπείρου: ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΣΤΟΝ ΗΡΩΑ ΛΟΥΚΑ ΧΡΗΣΤΙΔΗ






Ο Λουκάς Χρηστίδης ήταν Ελληνας βορειοηπειρώτης κατάσκοπος από τους Δρυμάδες Χειμάρρας. Αφιέρωσε τα καλύτερα του χρόνια της ζωής του για την Μητέρα Πατρίδα. Υπήρξε κατάσκοπος της χωράς μας στην Αλβανία και φυλακίστηκε για 30 ολόκληρα χρόνια στις απάνθρωπες φυλακές του Ενβέρ Χότζα. Όταν πέσανε τα ηλεκτροφόρα συρματοπλέγματα, ήρθε στην Ελλάδα, καμαρώνοντας για την προσφορά του. Περίμενε να τιμηθεί, όμως αντί αυτού, κατέληξε σ' ένα δωματιάκι, 2Χ2, ιδρύματος στην Ηγουμενίτσα, όπου και ζούσε τα τελευταία χρόνια. Εκεί άφησε την τελευταία του πνοή, ξεχασμένος από την Πατρίδα στην οποία προσέφερε τη νιότη του. Στα Ιωάννινα έγινε η απονομή της Ελληνικής υπηκοότητας, ένα όνειρο ζωής για τον Έλληνα κατάσκοπο. Τα τελευταία του λόγια σε δημόσια συζήτηση ήταν: 'Έχουν περάσει 89 χρόνια κι ακόμα ο Άγιος με κρατάει. Ο Άγιος με κρατάει πάνω, ακόμα αυτός γι' αυτό κι έχω πολύ αγάπη, τι να μην έχω αγάπη γι' αυτό το μέρος. Το Ευλογημένο τούτο μέρος. Ευλογημένος τόπος είναι η Ελλάδα. Ναι η ΕΛΛΑΔΑ!' Αφηγήθηκε τα όσα φοβερά υπέστη στις φυλακές του κομμουνιστικού καθεστώτος του μπάσταδου Ενβέρ Χότζα επί 28 ολόκληρα χρόνια Αναφερόμενος στο σήμερα είπε: 'Ο,τι έκανα το έκανα για την Ελλάδα, και τώρα δεν αναγνωρίζουν ότι είμαι Ελληνας κάνουν πως δεν με ξέρουν', είπε βουρκωμένος.





Το παράπονο του Λουκά Χρηστίδη ήταν το παράπονο ενός κατάσκοπου τον οποίο οι μυστικές υπηρεσίες της πατρίδας του έριξαν στο 'στόμα του λύκου' απ' όπου βγήκε ζωντανός ως εκ θαύματος κι όταν επέστρεψε του γύρισαν την πλάτη. Τον στρατολόγησαν και τον έστειλαν στην Αλβανία, όπου συνελήφθη, φυλακίστηκε, βασανίστηκε φρικτά και στο τέλος της ζωής του, όντας ένα ψυχικό ερείπιο πλέον, εγκαταλελειμμένος κι απ' την ίδια του την οικογένεια, πρόσμενε τη δικαίωση απ'  την επίσημη πολιτεία μέσω μίας ταυτότητας που να βεβαιώνει ότι ήταν Ελληνας βορειοηπειρώτης απ' το ελληνόφωνο χωριό Δρυμάδες της Χειμάρρας που δραπέτευσε το 1944 για τη 'Μητέρα Ελλάδα' σε ηλικία 20 χρόνων κι απ' την Κέρκυρα όπου έφτασε με βάρκα κατέληξε εθελοντής χωροφύλακας στη Ναύπακτο κι από εκεί μετά το τέλος του συμμοριτοπολέμου εγκαταστάθηκε στην Ηγουμενίτσα όπου δημιούργησε οικογένεια. Το 1962 στρατολογήθηκε απ' τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες που τον προόρισαν για κατάσκοπό τους στην Αλβανία. Απ' το 1959 στην Αυλώνα ελλιμενίζονταν σοβιετικά υποβρύχια. Την περίοδο εκείνη υπήρχε ένας επιπλέον λόγος που οι Δυτικοί 'καίγονταν' για πληροφόρηση: Ο Ενβέρ Χότζα τα είχε σπάσει ήδη με τον Νικήτα Χρουστσόφ κι είχε στραφεί προς τον 'Μεγάλο Τιμονιέρη' Μάο Τσε Τούνγκ και τους Αμερικανούς ενδιέφερε η τύχη της ναυτικής βάσης του Αυλώνα, καθώς φοβόντουσαν ότι οι Κινέζοι θα διαδέχονταν τους Ρώσους. Πληροφορίες τις οποίες μόνο οι Ελληνες Βορειοηπειρώτες μπορούσαν να συγκεντρώσουν, μιας κι η Αλβανία ήταν απροσπέλαστη στους Δυτικούς.





Ο Λουκάς Χρηστίδης αποκάλυψε: 'Συνεργάστηκα με το Α2 του στρατού και την Ασφάλεια για να πάω κατάσκοπος στην Αλβανία μαζί μ' άλλους 2 πατριώτες, απ' τη Βόρειο Ηπειρο, τον Γεώργιο Βήτο και τον Γεώργιο Ντάτση. Προορισμός μας ήταν το χωριό Δίβρι κοντά στους Αγίους Σαράντα, όπου θα συναντούσαμε έναν Βορειοηπειρώτη ο οποίος θα μας έδινε πληροφορίες για το εάν υπήρχαν Ρώσοι ή Κινέζοι στην περιοχή. Γι' αυτή την αποστολή θα παίρναμε 5.000 δραχμές ο καθένας…'. Στο τάγμα των Φιλιατών Θεσπρωτίας τους δόθηκαν από το τμήμα πληροφοριών, Α2, συγκεκριμένες οδηγίες και οπλισμός -αυτόματα, πιστόλια, χειροβομβίδες, κ.ά.- και νύχτα πέρασαν στο αλβανικό έδαφος. Συνέχισε: 'Επειτα από πεζοπορία πέντε ημερών φτάσαμε στο χωριό Δίβρι και κρυφτήκαμε στο δάσος. Ο αρχηγός μας συνάντησε κρυφά τον πληροφοριοδότη, έμαθε αυτά που θέλαμε και πήραμε τον δρόμο της επιστροφής. Στα μισά της διαδρομής κι ενώ διασχίζαμε μεσάνυχτα μία χιονισμένη χαράδρα γλίστρησα κι έπεσα σε γκρεμό βάθους 7 μέτρων περίπου. Φώναζα βοήθεια αλλά οι άλλοι 2 φοβήθηκαν μήπως μας ακούσουν οι αλβανικοί περίπολοι και με εγκατέλειψαν. Εμεινα όλη τη νύχτα θαμμένος στο χιόνι και το πρωί μ' εντόπισε ο σκύλος μίας στρατιωτικής περιπόλου'. Ο Χρηστίδης συνελήφθη κι από εκείνη την χρονική στιγμή ξεκίνησε ο προσωπικός του Γολγοθάς. Ο ίδιος αποκάλυψε ότι στις φυλακές των Τιράνων τον ανέκριναν επί 2 ολόκληρα χρόνια. Ανέφερε: 'Ημουν δεμένος χειροπόδαρα και με βασάνιζαν όλο το 24ωρο. Τα ποντίκια ήταν μεγαλύτερα από γάτες και δεν μ' άφηναν να κοιμηθώ. Το μαρτύριο της αϋπνίας ήταν στην ημερήσια διάταξη, ακόμη κι η εικονική εκτέλεση'. Με βαρύτατες κατηγορίες τον οδήγησαν στο δικαστήριο και τον καταδίκασαν σε καταναγκαστική εργασία 25 χρόνων. 'Με μετέφεραν σ’ ένα ορυχείο εξόρυξης χρωμίου και χαλκού στο Σπατς. Το στρατόπεδο αυτό ήταν το χειρότερο. Οι κρατούμενοι απελπισμένοι έπεφταν στα συρματοπλέγματα όπου τους εκτελούσαν οι στρατιώτες. Η θερμοκρασία στις στοές έφτανε στους 40 βαθμούς Κελσίου. Βγαίνοντας απ' το ορυχείο με το βαγόνι η θερμοκρασία ήταν 20 υπό το μηδέν'.





Επί 14 χρόνια ο Λουκάς Χρηστίδης έσκαβε στο ορυχείο, ώσπου μια μέρα τον φώναξαν στο γραφείο του διοικητή και του είπαν ότι απολύεται. 'Πήγα στο διοικητήριο να πάρω το απολυτήριο όμως εκεί με περίμεναν αστυνομικοί που άρχισαν να με ξυλοκοπούν φωνάζοντας: 'Βρωμοέλληνα γιατί έβρισες τον σύντροφο Ενβέρ Χότζα'; Στο δικαστήριο με ψευδομάρτυρες μου έβαλαν άλλα 10 χρόνια φυλακή για εξύβριση του Χότζα'. Η 'περιήγηση' στα κολαστήρια του Χότζα-Λεζα, Αυλώνα, Μπαλς, συνεχίστηκε για τον Λουκά Χρηστίδη μέχρι το 1990, οπότε με την κατάρρευση του καθεστώτος σε ηλικία 64 χρόνων αποφυλακίστηκε. Ερείπιο, σωματικά και ψυχικά, πήρε τον δρόμο της επιστροφής για την πατρίδα. 'Είχα μπει νέος κι έβγαινα γέρος. Ενας γέρος καμπουριασμένος, σκελετωμένος απ' τις κακουχίες και το βάρος της σκλαβιάς'.





Το μεγαλύτερο χτύπημα το δέχτηκε αφού πέρασε τα σύνορα. Η οικογένειά του που μέχρι τότε πίστευε ότι είχε σκοτωθεί, τον απέρριψε, εκείνοι που τον έσπρωξαν στην καταστροφή αδιαφόρησαν. 'Εφτασα στο σπίτι μου σαν ξένος. Ολοι οι άνθρωποι μέσα εκεί, η γυναίκα μου και τα 3 παιδιά μου μεγάλα πια, μου ήταν άγνωστοι. Το ίδιοι κι εγώ για εκείνους. Μ' έδιωξαν απ' το σπίτι και πήγα να ζήσω σ' ένα καλύβι, αλλά κι από εκεί μ' έβγαλαν. Για όλους ήμουν ένας παρείσακτος'. Ο Χρηστίδης απευθύνθηκε στις αρχές ζητώντας βοήθεια για να επιβιώσει. Βρήκε όμως κλειστή την πόρτα τους με εξαίρεση του γηροκομείου: 'Ο διευθυντής Ιωάννης Θεοδωρίδης έμαθε την ιστορία μου, συγκινήθηκε και μου εξασφάλισε στέγη στο ίδρυμα'. Οι μυστικές υπηρεσίες τον αγνόησαν, η πολιτεία αδιαφόρησε. Δεν του εξασφάλισε ούτε μια μικρή σύνταξη, δεν του έδωσε έστω κάποια οικονομική ενίσχυση, ούτε τον δικαίωσε ηθικά. 15 χρόνια μετά του εστάλη μία τιμητική διάκριση απ' το υπουργείο Εξωτερικών. Στο αίτημά του να του χορηγηθεί αστυνομική ταυτότητα που να βεβαιώνει ότι είναι Ελληνας, η απάντηση ήταν η έκδοση δελτίου ομογενούς, όπως αυτό με το οποίο είναι εφοδιασμένοι δεκάδες χιλιάδες Βορειοηπειρώτες. 'Εγώ έγινα κατάσκοπος για να υπηρετήσω την Ελλάδα. Πριν κλείσω τα μάτια μου ας μου δώσουν ένα χαρτί που να λέει αυτό που αισθάνομαι και είμαι, Ελληνας δηλαδή'. Η κηδεία του έγινε στον Ιερό Ναό του Αγίου Χαραλάμπους στο Γηροκομείο Ηγουμενίτσας (Θ.Χ.Π. Θεσπρωτίας), την Παρασκευή στις 29 Μαρτίου του 2013.




Στους αδιάφορους νεοέλληνες η θυσία του Λουκά Χρηστίδη δεν 'λέει πολλά'. Στους αδούλωτους Έλληνες η θυσία του 'λέει πολλά'. Λουκά Χρηστίδη, εμείς δεν θα ξεχάσουμε ποτέ. Η θυσία σου δεν θα πάει χαμένη, όπως κι η θυσία τόσων και τόσων παλικαριών της Βορείου Ηπείρου. Μοναδική ελπίδα ενός γενναίου λαού που βιώνει τις διώξεις ενός κράτους εγκληματιών είναι ο ένοπλος απελευθερωτικός αγώνας. Ο θάνατος για την πατρίδα είναι αυτός που γεννάει τους άνδρες, τους Μαιάνδριους. Ο θάνατος είναι αυτός που δικαιώνει. Ο μόνος κριτής...




ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΜΟΥ ΔΙΚΑ ΣΟΥ ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ ΑΚΡΙΒΗ!