Ποίος στο σύντροφον απλώνει χέρι, ωσάν να βοηθηθεί· ποίος τη σάρκα του δαγκώνει όσο που να νεκρωθεί.

Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2011

Μίκης Μάντακας: ζει και μάχεται μαζί μας


Κοπέλα που περίμενες μια μέρα όπως τόσες,
ένα σινεμά μια πίτσα, να βρεθείς λίγο με αυτόν,
έλα άνοιξε την πόρτα σου, έχω κάτι να σου πω:
"Ξέρεις, απόψε, στην πλατεία...ήταν πολλοί, και...
το αγόρι σου είναι νεκρό... σκοτώθηκε απόψε."
Είκοσι χρόνια είναι λίγα για να χυθεί αίμα,
από το μίσος αυτού που τα νιάτα μας ζηλεύει,
αυτού που ένα κόκκινο κουρέλι χρησιμοποίησε για σημαία,
γιατί δεν έχει το θάρρος να υπηρετήσει μια αληθινή τέτοια.

Η Νεολαία της Ευρώπης θα τραγουδήσει απόψε,
για όποιον σκοτώθηκε την άνοιξη για την πίστη του.
Οι ιδέες προκαλούν φόβο σ' αυτήν την κοινωνία,
αλλά ακόμα περισσότερο φόβο μπορεί να προκαλέσει η πίστη:
η πίστη σε μια γη, η πίστη σε μια αγάπη,
είναι πράγματα πολύ μεγάλα για όποιον δεν έχει πια καρδιά.
Ένα άνθος κερασιάς φόρεσε ανάμεσα στα μαλλιά,
βλέποντάς σε να περνάς θα σε αναγνωρίσω και...
Ήλιε της Δύσης που υποδέχεσαι τον φίλο μας,
γύρνα να φωτίσεις τον αρχαίο μας κόσμο.
Από τους λόφους της Αιώνιας Πόλης επιστρέφουν τα άλογα,
που μεταφέρουν τους κουρασμένους ήρωες αυτού του κόσμου.


Κοπέλα του φίλου μου που πέθανε απόψε,
το άνθος ανάμεσα στα μαλλιά σου όχι, δεν θα μαραθεί.
Από τον πόνο σου εμείς θα κάνουμε μια σημαία,
στο σκοτάδι της νύχτας μια φλόγα θα φωτίσει.
Θα είναι η δική μας φλόγα, θα είναι τα είκοσί σου χρόνια,
η δική μας άνοιξη, θα είναι η λευτεριά.


Της συντρόφισσας Σαμπρίνας, κοπέλας του Μίκη Μάντακα, τότε.