Ποίος στο σύντροφον απλώνει χέρι, ωσάν να βοηθηθεί· ποίος τη σάρκα του δαγκώνει όσο που να νεκρωθεί.

Τετάρτη 15 Απριλίου 2015

ΜΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΕΓΕΛΙΑΝΙΣΜΟ





Ο Georg Wilhelm Friedrich Hegel (1770-1831) ή Έγελος (όπως απαντάται στην ελληνική γλώσσα) ήταν Γερμανός φιλόσοφος και κύριος εκπρόσωπος του γερμανικού ιδεαλισμού. Επηρέασε βαθιά τη δυτική φιλοσοφία και έγινε γνωστός για τη διαλεκτική θεωρία του. Στο έργο του Jesse Glenn Gray, 'Hegel and Greek Thought' ('Hegel's Hellenic ideal') με ημερομηνία έκδοσης το 1941, στη σελίδα 93 διαβάζουμε: 'Ο Έγελος  πίστευε ότι σε όλη την Ιστορία, μόνο οι Έλληνες είχαν συλλάβει την ουσιαστική σχέση του υποκειμένου με το σύμπαν. Το μόνον που τους έλειψε ήταν μία απολύτως ανθρώπινη θρησκεία. Μία τέτοια θρησκεία έπρεπε να καταργήσει μια για πάντα το παράλογο της τυφλής μοίρας [όπως εκφράζεται στην αρχαία τραγωδία] και την τυραννία της φύσης. Ο Χριστιανισμός [στην ορθόδοξη μορφή του] στην ελληνίζουσα εγελιανή ερμηνεία του, κάλυπτε αυτήν την επιτακτική ανάγκη'. Ο Έγελος είχε αφομoιώσει την Ευρωπαϊκή φιλοσοφία, προχώρησε σε μία καινούργια σύνθεση. Διόρθωσε όλους τους προγενέστερους και έφτιαξε ένα μεγαλειώδες 'σύστημα' αναζητώντας την Αλήθεια ως όλο. Θέλησε μέσα από το Σύστημά του να ερμηνεύσει τα πάντα, τον κόσμο και ολόκληρο το Είναι. Η φιλοσοφία του είναι ένα τεράστιο σύστημα Ιδεών με κεντρική θέση το Είναι, το Θεό, το Πνεύμα. Ο Έγελος είναι φιλόσοφος όσο και θεολόγος. Δεν του αρέσουν οι παλαιότερες ερμηνείες που δεν οδηγούν στην απόλυτη σφαιρική γνώση του κόσμου και ασκεί κριτική στον υπερβατικό και απρόσιτο εμπειρικό κόσμο του Καντ. Θέλησε να δώσει μία απάντηση και να τον διορθώσει. Με τον Ιδεαλισμό του ξεπερνά,έτσι τουλάχιστον πιστεύει, τον 'καθεαυτό', υπερβατικό κόσμο του Καντ. Για τον Hegel η πραγματικότητα υπάρχει περισσότερο ως Ιδέα, Λόγος, Πνεύμα. Κάθε πραγματικό είναι έκφανση αυτού του Πνεύματος. Όλα για τον Έγελο είναι πνεύμα και φορεύς αυτού του Πνεύματος γίνεται ο άνθρωπος. Η ύλη υποβιβάζεται.



Το κείμενο που ακολουθεί είναι μετάφραση του 'A Hole in Being: Notes on Negativity' του Greg Johnson και πάρθηκε από τη διεύθυνση: http://www.counter-currents.com/



Το κενό του Είναι: Σημειώσεις πάνω στην Αυτοάρνηση



Ο Georg Wilhelm Friedrich Hegel και ο εγελιανός Alexandre Kojève ισχυρίζονται πως η ουσία της συνείδησης είναι η 'αρνητικότητα', ότι ο άνθρωπος ζει 'έξω από τον εαυτό του', ότι ο άνθρωπος 'αρνείται' ή ΄μηδενίζει' τη φύση, ότι ο άνθρωπος είναι ένα 'τίποτα' ή το 'κενό του Είναι', ότι ο άνθρωπος είναι 'χρόνος που αρνείται το χώρο'. Όλα αυτά τι σημαίνουν;



Εν πρώτοις, ας στοχαστούμε πάνω στον ισχυρισμό ότι ο άνθρωπος διακατέχεται από αυτοάρνηση  ή διακρίνεται από το κενό του Είναι. Φανταστείτε ότι κρατάτε μία πέτρα στο χέρι σας. Μία πέτρα αποτελεί ένα χαρακτηριστικό φυσικό αντικείμενο. Είναι μία αδρανής αποκοπή της ύλης. Μία πέτρα είναι ολοκληρωμένη και αυτόνομη. Λέγοντας ότι η πέτρα είναι αυτόνομη φυσικά εννοούμε ότι δεν χρειάζεται οτιδήποτε πέραν αυτής, προκειμένου να συνεχίσει να είναι μία πέτρα. Ένα φυτό, για παράδειγμα, δεν είναι αυτόνομο· χρειάζεται πράγματα έξω από το ίδιο-νερό, θρεπτικά συστατικά, ηλιακό φως-προκειμένου να συνεχίσει να είναι ένα φυτό. Άνευ αυτών, είναι καταδικασμένο να φθίνει σε μία αποκοπή ύλης, όπως η πέτρα.



Με το να πούμε ότι το φυτό δεν είναι αυτόνομο και αυτάρκες εννοούμε ότι στερείται ή υπολείπεται σε κάτι εντός αυτού· η ανάγκη του αποτελεί το κενό εντός αυτού και πρέπει να καλυφθεί από μία πηγή εξωτερική. Η πέτρα, εξαιτίας ότι δεν έχει ανάγκες, είναι απολύτως αυτόνομη και αυτάρκης, δεν διακρίνεται από κενά εντός αυτής.




Άλλος τρόπος κατανόησης αυτού είναι να πούμε ότι αυτό που καθιστά το φυτό ένα όλον τελεί έξω από τη φύση του, έξω από το χώρο που ζει και καταλαμβάνει· ότι καθιστά το φυτό ένα όλον κυριολεκτικά έξω από αυτό· το φυτό έξω από τον εαυτό του, μετατοπίζεται από το φυσικό χώρο που καταλαμβάνει· ενώ ένας άλλος τρόπος να θέσουμε το όλο ζήτημα είναι να πούμε πως το φυτό είναι 'εκστατικό', καθώς με τη λέξη 'εκστατικό' εννοούμε 'τελεί εκτός', 'είναι έξω από τον εαυτό του ή δίπλα σε κάτι'.



Η πέτρα, για παράδειγμα, δεν είναι εκστατική, διότι δεν χρειάζεται οτιδήποτε έξω από τον εαυτό της προκειμένου να ολοκληρωθεί, ό,τι την διακρίνει συμπυκνώνεται στον φυσικό χώρο που καταλαμβάνει. Προκειμένου να κατανοηθεί ένα φυτό ως ένα όλο, κανείς δεν μπορεί να το δει απλώς ως φυτό, ως φυτό αυτό καθαυτό, ό,τι καθιστά το φυτό ως όλον τοποθετείται έξω από αυτό, στις ανάγκες που πληρούνται από το περιβάλλον στο οποίο αναπτύσσεται.



Όταν οι Hegel/Kojève ισχυρίζονται ότι ο άνθρωπος διακατέχεται από αυτοάρνηση και διακρίνεται από ένα κενό, εννοούν, πρώτα από όλα, ότι ο άνθρωπος έχει ανάγκες και επιθυμίες, ότι ο άνθρωπος δεν είναι εξολοκλήρου αυτόνομος και αυτάρκης. Τα ανθρώπινα όντα τελούν έξω από τον εαυτό τους, έξω από τη φύση τους, καθότι μονάχα έξω από τον εαυτό μας μπορούμε να βρούμε εκείνα τα πράγματα που καλύπτουν τις ανάγκες μας και μας καθιστούν ολοκληρωμένους.



Έπειτα, ας στοχαστούμε πάνω στις ιδέες της 'αυτοάρνησης' και του 'μηδενισμού' της φύσης. Όταν ένα φυτό ή ένα ζώο βρίσκει κάποιο στοιχείο από τον εξωτερικό κόσμο προκειμένου με τη βοήθεια αυτού να καλύψει τις ανάγκες του, υποχρεούται να αφαιρέσει αυτό το πράγμα από τον έξω κόσμο και να το μετατρέψει και να το εντάξει στον εαυτό του. Οι Hegel and Kojève αναφέρονται στο γεγονός αυτό με τον όρο 'αυτοάρνηση', ή σαν να λέμε 'όχι'.



Ένα φυτό αφομοιώνει-μετατρέπει το φως, τα θρεπτικά συστατικά, και το νερό σε κάτι που δεν είναι· βάσει αποτελέσματος αυτό ισοδυναμεί με ένα 'όχι' προς αυτά με τη δεδομένη τους μορφή  και τα μετασχηματίζει σε κάτι ωφέλιμο γι' αυτό· ισοδυναμεί με 'όχι' στην αντικειμενική, εξωτερική υπόστασή τους και τους μετατρέπει σε ένα κομμάτι του εαυτού του.


Όταν μία αγελάδα τρώει ένα φυτό, αυτό ισοδυναμεί με ένα 'όχι' προς το φυτό ως αντικείμενο, ως εξωτερικό οργανισμό και το οποίο ενσωματώνει στον εαυτό του.



Όταν ένα ανθρώπινο ον παίρνει μία πέτρα και την μεταρέπει σε πρες παπιέ ή κάτι παρόμοιο, αυτό ισοδυναμεί με 'όχι' ως προς την αντικειμενική και εξωτερική υπόστασή του και το ενσωματώνει στο δίκτυο των ανθρώπινων νοημάτων και σκοπών.

Τώρα λοιπόν τι εννοούμε όταν λέμε ότι ο άνθρωπος αποτελεί 'χρόνο' που αρνείται το 'χώρο'; Για να το κατανοήσουμε, οφείλουμε να αποδεχθούμε μία βασική διαφορά μεταξύ των ανθρώπινων όντων και άλλων ειδών όντων. Όλα τα έμβια όντα, εκτός από τον άνθρωπο, έχουν ανάγκες που οφείλονται στη φύση και ικανοποιούνται στα πλαίσια του φυσικού κόσμου. Τα ζώα λένε δυνητικά 'όχι' στη δεδομένη φύση τους, ωστόσο αυτό οφείλεται στο να καλύψουν τις φυσικές ανάγκες τους, έτσι ώστε η διαδικασία της άρνησης είναι εγγενής και οριοθετείται από την φυσική (διοικούσα) τάξη ή την οικονομία της φύσης.

Με τα ανθρώπινα όντα δεν συμβαίνει το ίδιο. Τα ανθρώπινα όντα έχουν φυσικά δοθείσες ανάγκες. Ωστόσο έχουμε επίσης ανάγκες που δεν δόθηκαν από τη φύση και δεν μπορούν να καλυφθούν από τη  φύση. Τα ανθρώπινα όντα, σε αντίθεση με όλα τα άλλα έμβια όντα, μπορούν να πουν 'όχι' στις δικές τους φυσικά δοθείσες ανάγκες-στη ζωώδη φύση τους-και επί του συνόλου στην οικονομία του φυσικού κόσμου. Στις ισχυρότερες ανθρώπινες ανάγκες συγκαταλέγονται η φυσική επιβίωση και η βιολογική εξέλιξη. Ωστόσο, τα ανθρώπινα όντα λένε 'όχι' στην πραγματικότητα στο όνομα του φαντασιακού ή του ουτοπικού, του ιδανικού ή του εξιδανικευμένου.



Τα ανθρώπινα όντα διαθέτουν το προνόμιο της γλώσσας, της λογικής, του λόγου, της ανακάλυψης, της δημιουργικότητας, των αρχετύπων-ό,τι ο Hegel ονομάζει το βασίλειο της ιδέας-που τους αφήνει να δημιουργούν ανάγκες, ιδανικά, και σχέδια που δεν βασίζονται στη φύση και δεν μπορούν να ικανοποιηθούν απ' αυτήν. Μπορούν να ικανοποιηθούν μονάχα δια της μετατροπής του φυσικού κόσμου σε έργο. Σε αυτό το σημείο υπεισέρχεται η διάσταση του χρόνου. Ο Hegel ισχυρίζεται ότι:



Άνθρωπος=Αυτοάρνηση=Χρόνος=Ιδέα



Το να πούμε ότι ιδέα=χρόνος ισοδυναμεί με το να πούμε πως η ιδέα είναι ένα σχέδιο, ένα προσχέδιο για την διαδικασία της μετατροπής αυτού που δίνεται στο παρόν σε ό, τι είναι επιθυμητό στο μέλλον. Το να πούμε ότι άνθρωπος=χρόνος ισοδυναμεί με το ότι αποτελεί τη μοναδική λειτουργία της ανθρώπινης ύπαρξης, την μοναδική λειτουργία της ανθρώπινης αυτοάρνησης, ότι είναι ο μετασχηματισμός του φυσικού κόσμου μέσα από τα έργα μας. Ο άνθρωπος, λοιπόν, είναι ο ίδιος ο χρόνος τον οποίο αυτοαρνείται.



Ωστόσο τι εννοούμε όταν λέμε ότι ο άνθρωπος αποτελεί ο ίδιος 'χρόνο' που αυτοαρνείται το 'χώρο'; Με τον όρο 'χώρος' οι Hegel/Kojève εννοούν την φύση, την δεδομένη ύπαρξη, την εσώτερη πραγματικότητα, τα οποία θα αλλάξουν υπό το φως των ιδεών και των σχεδίων μας. Οι Hegel/ Kojève χρησιμοποιούν τον 'χώρο', ώστε να ορίσουν το ον, εξαιτίας ότι τα όντα αυτά καθαυτά, σε αντίθεση με τα έμβια όντα, είναι εξολοκλήρου αυτόνομα και αυτάρκη·διότι δεν χρειάζονται οτιδήποτε έξω από τα ίδια, ώστε να είναι ολοκληρωμένα, καθώς ό,τι τα καθιστά υπαρκτά έγκειται στην χωρική θέση τους.


Το να πούμε ότι ο άνθρωπος είναι χρόνος που αυτοαρνείται τον χώρο, είναι, πριν από όλα, σαν να πούμε ότι ο άνθρωπος είναι χρόνος που αυτοαρνείται την δεδομένη ύπαρξή του υπό το φως των ιδεών και των σχεδίων του. Λέμε 'όχι' σε ό,τι είναι δεδομένο στο παρόν στο όνομα του μη όντος, σε αυτό που συνέλαβε το μυαλό και συνειδητοποίησε μέσω του μετασχηματισμού της φύσης.


Υπάρχει μία φράση του Jean-Paul Sartre που συχνά μνημονεύεται από ανθρώπους που επιθυμούν να διατρανώσουν ότι η γαλλική φιλοσοφία είναι επί του συνόλου ένα μάτσο αλαμπουρνέζικα: Ο άνθρωπος είναι αυτό που δεν είναι και δεν είναι αυτό που είναι.

Επιφανειακά αυτό ηχεί ως ανοησία, ωστόσο κατ' ουσίαν αποδίδει πιστά το μείζον ζήτημα που θέτει ο Kojèvian. Το να πούμε ότι ο άνθρωπος είναι αυτό που δεν είναι, ισοδυναμεί με το να πούμε ότι τα ανθρώπινα όντα δεν είναι απλώς εξογκώματα αδρανούς ύλης· τα ανθρώπινα όντα έχουν φυσικά-υλικά-ζωώδη σώματα, ωστόσο το σώμα αποτελεί το μέρος απ' όπου μία δυναμική του απείρου των δυνητικών σχεδίων και των έργων ξεσπάει προς όλες τις κατευθύνσεις, δημιουργώντας μυριάδες πιθανές μελλοντικές προοπτικές.

Τα ανθρώπινα όντα είναι αυτό που δεν είναι διότι ζουν μέσω των σχεδίων και των έργων τους,  ενώ αντιμετωπίζουν τη δεδομένη πραγματικότητα τους ως ατελής υπό το φως όλων των πραγμάτων που θέλουν να επιτύχουν.

Τα ανθρώπινα όντα δεν είναι αυτό που είναι, με άλλα λόγια, το δεδομένο περιεχόμενο εντός της σάρκας μας, διότι ό,τι είμαστε είναι ριζικά ανολοκλήρωτο, και μπορεί να ολοκληρωθεί μονάχα μέσω της εκπλήρωσης των σχεδίων και των έργων μας, και εφόσον πάντοτε έχουμε ανολοκλήρωτα σχέδια και έργα, τα οποία γνωρίζουν διακοπή μονάχα εξαιτίας του θανάτου, ο άνθρωπος είναι πάντοτε ανολοκλήρωτος, ένα κενό του Είναι που δεν πρόκειται ποτέ να καλυφθεί.