Η 'εγκληματικότητα', όπως η 'τρέλα', σύμφωνα με κάποιες απόψεις δεν υφίστανται. Μπορεί να λεχθεί ότι αυτό είναι μονάχα κοινωνικά αποδεκτό. Στην αρχαία Σπάρτη, οι πολίτες μπορούσαν να εξοντωθούν μόνο και μόνο επειδή δεν ανταποκρίνονταν στο πρότυπο της σωματικής ρώμης. Στην μεσαιωνική Ευρώπη, η σπερματοποσία οριζόταν το 'απόλυτο κακό'. Η εκκλησία αποκαλούσε 'σοδομισμό' κάθε σεξουαλική πράξη, όπου το 'σπέρμα χυνόταν άσκοπα, χωρίς στόχο τη γονιμοποίηση'. Στις Μολούκες νήσους (Μαλαισία και Ινδονησία σήμερον), οι Ολλανδοί αποικιοκράτες επέβαλαν θανατική ποινή σε οποιονδήποτε καλλιεργούσε, εμπορευόταν, υφάρπαζε ή κατείχε (άνευ πρότερης αδείας) μοσχοκάρυδο, κανέλα, γαρύφαλλα. Στη Σιγκαπούρη σήμερον, η εισαγωγή ή η διάθεση τσιχλών αποτελεί έγκλημα που τιμωρείται με χρηματικό πρόστιμο ή με άνω του ενός έτους ποινή φυλάκιση. Ωστόσο, στην νοσηρή μαρξική σκέψη, τα πλέον σοβαρά εγκλήματα ορίζονται τα εγκλήματα των εξουσιαστών. Στον νομικό κώδικα των καπιταλιστικών κοινωνιών, σπάνια ορίζονται ως τέτοια. Σοβαρά εγκλήματα στον μαρξικό νου ορίζονται η εκμετάλλευση της ανθρώπινης εργασίας, η καταστροφή της γης για το κέρδος, η εξαπάτηση των καταναλωτών, το στρογγύλεμα των τιμών, ο καθορισμός των τιμών, η κακοδιαχείριση στα δημόσια αξιώματα, η καταπάτηση των δικαιωμάτων των πολιτών, και ούτω καθεξής. Στην Βίβλο, ο Ιακώβ (μετέπειτα αποκλειθείς Ισραέλ), μολονότι εξαπάτησε τον πατέρα του, εξαπάτησε τον θείο του, και ελήστευσε τον αδελφό του, ευλογήθηκε από τον Ιεχωβά. Ανεξαρτήτως για την φύση του εγκλήματος, αποτελεί ένα διακριτό έργο. Σύμφωνα με τον Κόμη Hermann Keyserling 'ουδεμία ριζοσπαστική μεταβολή στο πεδίο της ιστορίας είναι εφικτή άνευ εγκλήματος'. Σύμφωνα με τον Φρειδερίκο Νίτσε, 'το σύνολο αυτού που αποκαλείται πρόοδος ισοδυναμεί με το αποτέλεσμα των επιτυχημένων εγκλημάτων'.
Σύμφωνα με τους Ινδουιστές, η αμαρτία υφίσταται επειδή ο άνθρωπος δημιουργήθηκε για να πεινάσει. Το έγκλημα λαμβάνει χώρα, σύμφωνα με τους Ινδουιστές, εξαιτίας ενός 'ελαττωματικού σχεδιασμού'. Και-πράγματι-από κατασκευής του ο άνθρωπος είναι προορισμένος να τρέφεται εξολοθρεύοντας τα υπόλοιπα είδη. Τι θα συνέβαινε όμως, όπως τα φυτά, αν υποχρεωνόταν να τραφεί ο ίδιος μέσω απλών χημικών μεταβολών στο περιβάλλον του; Αν ο άνθρωπος ζούσε μέσα από την φωτοσύνθεση-αντί της καταστροφής και της εξάλειψης-ενδεχομένως να μην υφίστατο έγκλημα. Ο Καίσαρας Lombroso, ο ιδρυτής της σύγχρονης εγκληματολογίας, εξέλιξε την θεωρία του 'εκ γενετής εγκληματίας', ευρέως γνωστή ως η 'κακή σπορά'. Ο Lombroso υποστήριξε ότι το μεγαλύτερο μέρος της εγκληματικότητας οφείλεται σε έναν εγγενή αταβισμό σε συγκεκριμένα άτομα που τους προκαλεί να επιστρέψουν σε μία προηγούμενη φάση της εξέλιξης. Ο εγκληματίας, όπως ο Lombroso πίστευε, αποτελεί μία ιστορική αναδρομή στον προγονικό άνθρωπο των σπηλαίων. Οι Γερμανοί Εθνικοσοσιαλιστές χρησιμοποίησαν τη θεωρία του Lombroso, κατά το δοκούν, ώστε να στιγματίσουν συγκεκριμένα άτομα ως 'εγκληματίες από κληρονομικότητα' και 'εκφυλισμένους'. Αν δεχθούμε ότι η θεωρία του Lombroso είναι αλάνθαστη (παρόλο που βασίζεται σε πολλές περιπτώσεις σε αυθαίρετα συμπεράσματα, βλέπε 'Οι Αναρχικοί', εκδόσεις Ισνάφι), θα πρέπει να αποδώσουμε τα εύσημα στους Γερμανούς Εθνικοσοσιαλιστές για τον τρόπο που εφάρμοσαν στο κοινωνικό και πολιτικό πεδίο την θεωρία του. Ο γνωστός κοινωνιολόγος Emile Durkheim υποστήριξε ότι το έγκλημα είναι όσο φυσιολογικό είναι και τα γεγονότα της γέννησης ή του θανάτου. Το έγκλημα, σύμφωνα με τον ίδιο, ουσιαστικά ωφέλησε την κοινωνία, κατά τον ίδιο τρόπο που το στοίχημα της επιβίωσης ωφέλησε καίρια τα είδη. Ο Durkheim θεωρεί ότι μία κοινωνία απαλλαγμένη από το έγκλημα θα ήταν ίσως αδύνατο να υπάρξει. Και-αν λάβουμε υπόψιν ότι μία τέτοια κοινωνία θα φάνταζε τόσο τυποποιημένη, θεωρεί ότι θα ήταν και ανεπιθύμητη ως πληκτική από τους ίδιους τους ανθρώπους. Ο Durkheim θεωρεί το έγκλημα ως μία αναπόδραστη πραγματικότητα με την οποία οφείλουμε να συμφιλιωθούμε.
Ένα υποθετικό έγκλημα είναι μία πράξη που στιγματίζεται ως παράνομη μολονότι δεν είναι ανήθικη. Στα υποθετικά εγκλήματα περιλαμβάνονται το λαθρεμπόριο (μονάχα οι κυβερνήσεις το ορίζουν ως έγκλημα), το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, και ο εκβιασμός. Όσον αφορά τον εκβιασμό, στην Βρετανία πρωτοαπαγορεύτηκε στα τέλη του 19ου αιώνα. Από την στιγμή που κανείς δεν πρόκειται να εκβιάσει έναν φτωχό (πλέον δεν ισχύει ούτε και αυτό), οι νόμοι κατά της εκβίασης είναι σχεδιασμένοι προκειμένου να προστατεύουν τους πλουσίους. Σκεφτείτε πάνω στο αίνιγμα: έχουμε δύο άνδρες που συναντιούνται προκειμένου να παίξουν κάποιο παιχνίδι. Ο ένας εξ αυτών έχει όλα τα πλεονεκτήματα με το μέρος του (στην κοινωνία, αυτός θεωρείται ο πλούσιος), και ο έτερος έχει όλα τα μειονεκτήματα με το μέρος του (στην κοινωνία, αυτός θεωρείται ο φτωχός). Πρέπει ο τελευταίος να ακολουθήσει τους κανόνες του παιχνιδιού και να χάσει; (Στην πραγματική ζωή, αυτός είναι ο ειλικρινής φτωχός άνθρωπος). Ή, πρέπει να αγνοήσει τους κανόνες και ενδεχομένως να κερδίσει; (Στην πραγματική ζωή, αυτός είναι ο εγκληματίας). Σε κάθε οργανωμένη κοινωνία, το αίνιγμα ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις. Το δίλημμα είναι πάντοτε επίκαιρο. Να επιτεθεί κανείς στην οργανωμένη αδικία (ιδωμένη με ανθρώπινα κοσμικά μέτρα) ή να προτιμήσει να υποταχθεί στωικά στην οργανωμένη αδικία; Όταν άπαντες είναι ένοχοι, τότε το έγκλημα θεωρείται τέλειο. Το 1706, ο Daniel Parke, διορίστηκε διοικητής της βρετανικής αποικίας της Αντίγκουα. Ο Parke ήταν άπληστος και ενδεχομένως να έπασχε από άνοια. Ήταν μισητός από τους ιθαγενείς. Εξοργισμένοι από την συμπεριφορά του Parke, ένοπλοι Αντιγκουανοί περικύκλωσαν την οικία του και αξίωσαν να εγκαταλείψει την γη τους. Στην ταραχή που προκλήθηκε, οι εξεγερμένοι δολοφόνησαν τον Parke (έχοντας ήδη σταθεί τυχερός σε δύο πρότερες αποτυχημένες απόπειρες εναντίον του), δολοφόνησαν ή τραυμάτισαν τους περισσότερους από τους 70 στρατιώτες που τον φρουρούσαν. Ουδείς ουδέποτε τιμωρήθηκε για την εξέγερση ή πολύ περισσότερο για τους φόνους. Όταν το βρετανικό στέμμα διερεύνησε το έγκλημα, ουδείς Αντιγκουανός θα κατέθετε, και ο νέος κυβερνήτης δεν θα μπορούσε να τιμωρήσει ολόκληρη την αποικία. Κατά συνέπεια, το όλον γεγονός συγκαλύφθηκε. Πολλά εγκλήματα παραμένουν ανεξιχνίαστα. Το 1930, για παράδειγμα, κάποιος δολοφόνησε τον δικαστή Joseph Crater της Νέας Υόρκης, ο οποίος είχε, λόγω της πολεμικής κατά της διαφθοράς, αποκτήσει πολλούς εχθρούς. Παρόλο οι ομοσπονδιακοί και κρατικοί ερευνητές προχώρησαν σε μία μαζική έρευνα, το σώμα του ουδέποτε ανακαλύφθηκε και η υπόθεση ουδέποτε εξιχνιάστηκε. Το 1973, κάποιος έκλεψε 180 κιλά ηρωίνης-κοκαϊνης (ισοδυναμούσαν σε αξία από την εμπορία τους στους δρόμους σε 73 εκατομμύρια δολάρια) από την πολύ καλά φυλασσόμενη αποθήκη του κτιρίου της αστυνομίας της Νέας Υόρκης. Και αυτή η υπόθεση παραμένει ανεξιχνίαστη. Το τέλειο έγκλημα είναι αυτό που μπορεί να αιτιολογηθεί από το σύνολο της κοινωνίας. Το ερώτημα που τίθεται είναι: Μπορεί ποτέ να υπάρξει;