Ποίος στο σύντροφον απλώνει χέρι, ωσάν να βοηθηθεί· ποίος τη σάρκα του δαγκώνει όσο που να νεκρωθεί.

Παρασκευή 10 Αυγούστου 2012

Οι σοφιστές κι η εποχή μας





Σε αντίθεση με πολλούς αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους που είναι παγκοσμίως γνωστοί και καταξιωμένοι (Σωκράτης, Πλάτων, Αριστοτέλης κλπ), οι σοφιστές εδώ και 25 περίπου αιώνες ζουν στην σκιά της ιστορίας και της φιλοσοφίας. Ελάχιστες μελέτες έχουν πραγματευτεί το θέμα αυτό, πράγμα που ως έναν μεγάλο βαθμό οφείλεται στο ότι τα σωζόμενα αποσπάσματα των σοφιστών δεν είναι παρά μικρά (συνήθως) και ολίγιστα ψήγματα. Γιατί, όμως; Η μελέτη των στοιχείων που έχουν γίνει γνωστά για τους σοφιστές, μας δίνει και την υποψία απάντησης στο ερώτημα αυτό.

Παρότι οι σοφιστές δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως «φιλοσοφική σχολή» με την αυστηρή έννοια, καθότι οι απόψεις τους παρουσιάζουν μικρές ή μεγάλες διαφορές, φτάνοντας μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις στο σημείο της πλήρους αντίθεσης, θεωρούνται ενιαίο σύνολο βάσει δύο στοιχείων: των ζητημάτων που τους απασχόλησαν και των «εξωτερικών» χαρακτηριστικών της «σχολής» τους.

Αναφερόμαστε στην Αθήνα του 5ουπΧ αιώνα. Ως τότε, συνήθεια των φιλοσόφων ήταν να διδάσκουν δωρεάν όποιον ενδιαφερόταν ή όποιον έκριναν πως είχε ιδιαίτερες ικανότητες (αυτήν την στάση διατήρησε αργότερα, την εποχή των σοφιστών, ο περίφημος Σωκράτης), ενώ κατά κύριο λόγο το αντικείμενο μελέτης και στοχασμού των φιλοσόφων αποτελούσε η φύση, η κοσμολογία, τα μαθηματικά κλπ. Οι σοφιστές (με πρώτο τον Πρωταγόρα) ήταν εκείνοι που εισήγαγαν τον άνθρωπο στο κέντρο της φιλοσοφικής μελέτης (το ίδιο έκανε και ο Σωκράτης, καταλήγοντας όμως σε αντιδιαμετρικές με των σοφιστών θέσεις). Κατ’ αυτήν την έννοια, ήταν ασφαλώς καινοτόμοι.


Επίσης, κάτι που τους ξεχωρίζει ως σύνολο από όλους τους προηγούμενους, σύγχρονους και για αρκετούς αιώνες μεταγενέστερούς τους φιλοσόφους, είναι ότι οι σοφιστές δίδασκαν αποκλειστικά επ’ αμοιβή, δίδασκαν δηλαδή όποιον τους πλήρωνε, ανεξαρτήτως αν τον θεωρούσαν ικανό ή όχι. Εγκαταλείποντας μάλιστα την «λιτή» ζωή που διήγαν οι φιλόσοφοι, οι σοφιστές έκαναν επίδειξη του πλούτου που συγκέντρωναν χάρη στα μαθήματά τους, κυκλοφορώντας με πολυτελή ενδύματα και, σε κάποιες περιπτώσεις, φτάνοντας να χλευάζουν κιόλας για την φτώχεια τους όσους δίδασκαν χωρίς να δέχονται αμοιβή (πχ τον Σωκράτη)! Ο τρόπος διδασκαλίας τους ήταν αρκετά «σημερινός», περιλάμβανε δηλαδή οργανωμένους κύκλους μαθημάτων, συγγραφή εγχειριδίων διδασκαλίας κλπ.


Η ουσιαστική όμως καινοτομία τους, και ο λόγος που τα κείμενά τους χάθηκαν σχεδόν εξ ολοκλήρου, ήταν η εισαγωγή της υποκειμενικότητας (και η συγκεκαλυμμένη ή και απροκάλυπτη κάποιες φορές αθεΐα τους) και το γεγονός ότι δεν δίδασκαν για να «αναζητήσουν την αλήθεια» (παρότι δίδασκαν στον μαθητή τους αποκρυσταλλωμένη όλη την προγενέστερη γνώση), αλλά για να παράσχουν στον μαθητή τους τα εφόδια ώστε να επιβάλει τις ιδέες του στις μάζες. Με άλλα λόγια, ο σοφιστής δεν νοιαζόταν ιδιαίτερα να διδάξει σε έναν μαθητή του ποιο είναι το καλό ή το κακό (έννοιες, άλλωστε, που εκλάμβαναν ως σαφώς υποκειμενικές), τον μάθαινε πώς να πάρει τις ιδέες του και να τις εφαρμόσει αποτελεσματικά στην πολιτική, ώστε να νικήσει τους αντιπάλους του και να υποτάξει τις μάζες! Παράλληλα, του παρήσχε εξειδικευμένες γνώσεις, που αφορούσαν στα πεδία της πολιτικής επιστήμης και της κοινωνιολογίας, ως επί το πλείστον.




Κατ’ αυτήν την έννοια, οι σοφιστές είναι μια φιλοσοφική «σχολή» εκπληκτικά σύγχρονη και αποτελεσματική! Διότι, το αν οι ιδέες μας (ως εθνικοσοσιαλιστών) είναι σωστές ή όχι, είναι δικό μας θέμα κι εμείς άλλωστε πιστεύουμε ακράδαντα στο δίκαιό τους. Άρα, αυτό που χρειαζόμαστε είναι να μάθουμε τον τρόπο να τις επιβάλουμε στις μάζες, ώστε να επικρατήσουμε πολιτικά! Η σκέψη και ο τρόπος προσέγγισης ενός ζητήματος από την πλευρά των σοφιστών προσιδιάζουν σε καθηγητές πολιτικών επιστημών του 20ου και του 21ου αιώνα – και μάλιστα ιδιαίτερα επιτυχημένων!


Οι σημαντικότεροι σοφιστές ήταν οι εξής:


Πρωταγόρας: Καταγόταν από τα Άβδηρα, όπου υπήρξε μαθητής του Δημόκριτου και ασκούσε το επάγγελμα του αχθοφόρου. Στην Αθήνα συναναστρεφόταν τον Περικλή και τον Αναξαγόρα. Γνώμη του ήταν ότι «πάντων χρημάτων (δηλαδή πραγμάτων) μέτρον άνθρωπος, για αυτά που είναι (δηλαδή υπάρχουν) ότι είναι και γι’ αυτά που δεν είναι ότι δεν είναι» (δηλαδή, έτσι όπως μου φαίνονται εμένα τα πράγματα, έτσι και πραγματικά είναι για μένα, έτσι όπως σου φαίνονται εσένα, έτσι και είναι για σένα). Με άλλα λόγια, θεωρούσε πως η αλήθεια και η γνώση είναι σχετική και πως κάθε άτομο έχει διαφορετική αντίληψη τόσο της γύρω του πραγματικότητας, όσο και των εννοιών περί αλήθειας, δικαίου, ηθικής κλπ. Έλεγε μάλιστα πως, «όσα κάθε πόλη θεωρεί δίκαια και καλά, τούτα και πραγματικά είναι γι’ αυτήν, όσο τα πιστεύει». Θεωρούσε επίσης πως για κάθε τι υπάρχουν δύο απόψεις, αντίθετες μεταξύ τους. Σημαντική είναι η παρατήρησή του ότι «οι λόγοι όλων των φαινομένων υπάρχουν μέσα στην ύλη», καθότι υπαινίσσεται τον υλισμό, ιδέα επίσης πολύ σύγχρονη.

Στο ζήτημα της θρησκείας ήταν αγνωστικιστής, αν όχι συγκεκαλυμμένα άθεος, διακηρύσσοντας ότι «για τους θεούς δεν γνωρίζω ούτε ότι υπάρχουν ούτε ότι δεν υπάρχουν, ούτε, αν υπάρχουν, πώς μοιάζουν» - θέση που είχε ως αποτέλεσμα με επίσημο ψήφισμα της πολιτείας να συγκεντρωθούν στην αγορά όλα τα συγγράμματα του Πρωταγόρα που κατείχαν οι πολίτες και να παραδοθούν στην πυρά! Σημείωνε πως η πολεμική τέχνη δεν είναι παρά μέρος της πολιτικής. Θεωρούσε, τέλος, πως για κάθε ζήτημα μπορούν να εκφέρουν γνώμη μόνο οι επαΐοντες και όχι οι αδαείς. Αξίζει να αναφερθεί πως σύμφωνα με όσα καταγράφει ο αρχαίος Αριστόξενος, σχεδόν ολόκληρη η Πολιτεία του Πλάτωνα περιλαμβανόταν στο βιβλίο «Αντιλογικά» του Πρωταγόρα! Πέθανε σε ηλικία περίπου 90 ετών, ταξιδεύοντας προς την Σικελία, όταν βούλιαξε το καράβι στο οποίο επέβαινε.

Ιππίας: Καταγόταν από την Ηλεία και συμπεριλάμβανε στις διαλέξεις του ομιλίες περί αστρονομίας, γεωμετρίας, μουσικής, τέχνης κλπ. Στους Σπαρτιάτες, ειδικά, μιλούσε για θέματα πολιτειολογίας. Έλεγε επίσης πως το όμοιο, εκ φύσεως συγγενεύει με το όμοιό του και πως ο νόμος πολλές φορές καταδυναστεύει τους ανθρώπους, προσπαθώντας να πάει κόντρα στη φύση (πράγμα που ισχύει σήμερα σε όλες τις δυτικές χώρες)!



Πρόδικος: Καταγόταν από την Κέα. Είχε αδυναμία στο χρήμα και ήταν επιρρεπής στις ηδονές. Γνωστός είναι ο μύθος που αναφέρει περί Αρετής και Κακίας σχετικά με τον Ηρακλή, καθώς και η άποψή του ότι «πολύ λίγοι έχουν ταυτόχρονα ανδρεία και περίσκεψη, αντιθέτως πάρα πολλοί έχουν θρασύτητα, τόλμη και αφοβία λόγω απερισκεψίας». Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η απροκάλυπτη αθεΐα του, καθώς θεωρούσε τους θεούς προσωποποιήσεις πραγμάτων που είναι ωφέλιμα για την ανθρώπινη ζωή ή που οι άνθρωποι φοβούνται. Για τον πλούτο, θεωρούσε πως είναι κάτι καλό για όσους είναι καλοί και άξιοι και ξέρουν πού να ξοδεύουν τα χρήματά τους, ενώ είναι κακό για τους ανάξιους και τους κακούς.



Θρασύμαχος: Καταγόταν από την Χαλκηδόνα. Πολύ λίγα έχουν σωθεί από το έργο του, χαρακτηριστικότερο δε σημείο είναι η περίφημη φράση πως το δίκαιο δεν είναι άλλο παρά το συμφέρον του ισχυρότερου («το του κρείττονος συμφέρον»). Έλεγε επίσης πως οφείλουμε ως πολίτες να αντιδράσουμε, όταν είμαστε υποχρεωμένοι να υπακούμε μεν στους άρχοντες, τις συμφορές όμως να τις υφιστάμεθα οι ίδιοι, οι οποίες συμφορές δεν είναι συνήθως έργα των θεών ή της τύχης, αλλά αποτέλεσμα της κακοδιαχείρισης των αρχόντων! Θεωρούσε επίσης ως σωστό και δίκαιο οι Έλληνες να μην γίνουν ποτέ σκλάβοι κάποιου βαρβάρου. Μπορούσε να εξοργίζει πολλούς με τους λόγους του, αλλά και να τους καταπραΰνει όταν έτσι έκρινε ότι έπρεπε. Επίσης, παρότρυνε τους απολογούμενους να προκαλούν τον οίκτο του δικαστή, κλαίγοντας για τα γεράματα, τη φτώχεια, τα παιδιά τους κλπ.



Αντιφών: Σχετικά με τον σοφιστή αυτόν επικρατεί μεγάλη σύγχυση, καθώς οι διάφορες πηγές αναφέρουν αρκετά, διαφορετικά πιθανώς μεταξύ τους πρόσωπα, με το όνομα αυτό, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να εξακριβωθεί ποια ακριβώς στοιχεία ή φράσεις ανήκουν στον σοφιστή. Αξίζει πάντως να αναφέρουμε πως κατά πάσα πιθανότητα ο Αντιφών είχε ιδρύσει την πρώτη ψυχιατρική κλινική, στην Κόρινθο: υποσχόταν πως στο ίδρυμα αυτό θεράπευε τη «λύπη» καθενός, ακούγοντας την ιστορία του  και μιλώντας του! Ο Αντιφών πίστευε πως το μυαλό κυβερνά το σώμα και μπορεί να το οδηγήσει είτε στην αρρώστια είτε στην υγεία. Θωρούσε πως η φύση βρίσκεται πιο κοντά στην αλήθεια κι έρχεται σε σύγκρουση με τον νόμο και την κοινωνική συμβατικότητα (εδώ απηχείται εν μέρει η άποψη του Ιπποκράτη). Έλεγε επίσης ότι «υπάρχουν μερικοί που δεν ζουν την ζωή αυτή, αλλά προετοιμάζονται με ζήλο με την ιδέα ότι θα ζήσουν μια άλλη ζωή, όχι την τωρινή – και στο μεταξύ αφήνουν τον χρόνο τους και φεύγει». Χαρακτήριζε επίσης άτιμο όποιον, όσο ο κίνδυνος είναι μακριά, δείχνει θάρρος με τα λόγια, όταν όμως παρουσιαστεί η στιγμή της πράξης, φοβάται. Θεωρούσε επίσης πως δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο στον κόσμο από την αναρχία.


Κριτίας: Καταγόταν από μία εκ των παλαιότερων και αριστοκρατικότερων οικογενειών της Αθήνας (εκείνης του Σόλωνα) και ήταν θείος του Πλάτωνα. Υπήρξε μαθητής του Γοργία αλλά και του Σωκράτη και ήταν ο πρώτος που εφάρμοσε τις διδασκαλίες των σοφιστών στην πράξη στον πολιτικό βίο, όπου, όπως σημειώνει ένας ιστορικός, «από την σχετικοποίηση της ηθικής και της νομιμότητας και από την απόλυτη παραδοχή του ωφελιμιστικού ηδονισμού και του φυσικού δικαίου έναντι του νόμου, προέκυψε ο στυγνός πολιτικός εγκληματίας που άκουγε στο όνομα Κριτίας».

Ως νεαρός, εξαιρετικά οξύνους και φιλομαθής, με εκπληκτική ικανότητα στον λόγο, διακατεχόταν από ολιγαρχικές πεποιθήσεις, θαύμαζε ανοιχτά τη Σπάρτη και συναναστρεφόταν τον Αλκιβιάδη (ήταν συγκατηγορούμενός του στην υπόθεση της κοπής των Ερμών). Στη Θεσσαλία όπου εξορίστηκε, προσπάθησε να εξεγείρει τους Θεσσαλούς δούλους κατά της τοπικής αριστοκρατίας. Ήταν ένας εκ των Τριάκοντα Τυράννων, που επέβαλαν οι Σπαρτιάτες ως κυβερνήτες της Αθήνας, και μάλιστα ο σκληρότερος, εγκαθιδρύοντας ένα αιμοσταγές καθεστώς τρομοκρατίας. Δολοφονήθηκε από τον δημοκρατικό Θρασύβουλο το 403πΧ και στον τύμβο του οι οπαδοί του τοποθέτησαν άγαλμα που παρίστανε την Ολιγαρχία να βάζει φωτιά στη Δημοκρατία.


Όσον αφορά στις απόψεις του, η πλέον ρηξικέλευθη και προκλητική ήταν η ξεκάθαρη δήλωση πως η θρησκεία επινοήθηκε από ανθρώπους, με σκοπό τον έλεγχο των υπηκόων τους: έλεγε πως αρχικά οι άνθρωποι θέσπισαν νόμους, για να προστατεύσουν και να οργανώσουν το κοινωνικό σύνολο. Κάποιοι όμως έβρισκαν τον τρόπο και παρέβαιναν αυτούς τους νόμους, όταν κανείς δεν τους αντιλαμβανόταν. Έτσι, οι νομοθέτες επινόησαν την ιδέα του θεού και της θρησκείας, για να αποτρέψουν τους ανθρώπους από το να παρανομούν, ακόμα κι όταν θα είχαν την ευκαιρία να αποφύγουν την τσιμπίδα του «ανθρώπινου» νόμου, φοβούμενοι την τιμωρία των θεών. Χαρακτηριστική, πάλι, είναι η φράση του πως «είναι προτιμότερο να μη ζει κάποιος από το να ζει άσχημα». Καταλόγιζε ως μεγάλη ατιμία στον ποιητή Αρχίλοχο το ότι ήταν ρίψασπις και στους πολιτικούς Θεμιστοκλή και Κλέωνα πως αποδεδειγμένα πλούτισαν από την πολιτική.

Συνέγραψε, επίσης, πλούσιο καλλιτεχνικό έργο (κάποιες τραγωδίες του ορισμένοι τις αποδίδουν λανθασμένα στον Ευριπίδη, πράγμα που μαρτυρά πως πρέπει να ήταν πράγματι αριστοτεχνικές), ενώ ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για την πρόοδο της τεχνολογίας και τα επιτεύγματά της. Θεωρούσε, τέλος, την εξάσκηση σημαντικότατο παράγοντα για την ανάπτυξη των ικανοτήτων ενός ατόμου και πως «η τύχη συμμαχεί με όσους σκέφτονται σωστά».


Ειδική μνεία θα θέλαμε να κάνουμε σε έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους των σοφιστών, τον Γοργία, πατέρα της σοφιστικής κατά τον Φιλόστρατο. Καταγόταν από την Σικελία και υπήρξε αρχικά μαθητής του Εμπεδοκλή, από τον οποίο δεν υιοθέτησε μόνο τις φιλοσοφικές γνώσεις, αλλά και την θεατρικότητα της παρουσίας και την εξεζητημένη εμφάνιση. Επίσης, το ρητορικό του ύφος θεωρείτο ιδιαίτερα ποιητικό (πομπώδες), γεγονός που οδήγησε τον Αριστοτέλη να το επικρίνει αργότερα στη «Ρητορική» του.

Πέραν της πολυτελούς αμφίεσης, ο Γοργίας παρουσιάζεται ιδιαίτερα εγωιστής από κάποιους ιστορικούς, φερόμενος, στην ερώτηση πώς κατάφερε να ζήσει τόσο πολύ (πέθανε σε ηλικία 108 ετών περίπου), να απαντά πως αιτία ήταν «ότι ποτέ δεν έκανε κάτι για χάρη άλλου». Ο διάσημος μαθητής του, Ισοκράτης, αναφέρει επίσης ότι ποτέ δεν έμεινε σε μία πόλη για πολύ καιρό, ποτέ δεν δαπάνησε τίποτα για το δημόσιο συμφέρον και δεν παντρεύτηκε για να γλιτώσει το βάρος του να έχει σύζυγο και παιδιά!

Ενδιαφέρον είναι πως όταν κατέφτασε στην Αθήνα, εμφανίστηκε στο θέατρο και προκάλεσε το κοινό να προτείνουν όποιο θέμα ήθελαν εκείνοι προς συζήτηση, δείχνοντας πως θεωρούσε εαυτόν ικανό να συντρίψει κάθε επιχείρημα επί παντός επιστητού, χωρίς πρότερη προετοιμασία!Πολύ σημαντική ήταν η άποψή του ότι η τέχνη της πειθώς μπορεί να χειραγωγήσει τις μάζες και μέσω της έντεχνης ανάπτυξής της, ο ρήτορας μπορεί να εξαπατήσει τα πλήθη ώστε να τους επιβληθεί. Έλεγε μάλιστα πως «η τέχνη της πειθώς είναι η σημαντικότερη από όλες, καθώς υποδουλώνει κάποιον με την θέλησή του κι όχι με τη βία».

Βλέποντας την Ελλάδα να μαστίζεται από την διχόνοια, έσπευσε να παροτρύνει τους Έλληνες να στραφούν ενωμένοι εναντίον των βαρβάρων, λέγοντάς τους πως «οι βαρβαρικές κι όχι οι ελληνικές πόλεις πρέπει να είναι τα έπαθλα που πρέπει να κερδηθούν με πόλεμο». Υπογράμμιζε πως οι νίκες κατά βαρβάρων προκαλούν ύμνους, ενώ οι νίκες σε βάρος Ελλήνων θρήνους. Με τον Γοργία, επομένως, γίνεται η πρώτη ίσως συστηματική προσπάθεια να ιδωθούν οι απανταχού Έλληνες ως ενιαίο, οργανωμένο πολιτικό σύνολο.

Αξιοσημείωτη είναι επίσης μια άλλη φράση του, πως «το πιο σπουδαίο πράγμα είναι κανείς να λέει ό,τι πρέπει τη στιγμή που πρέπει, ειδάλλως να σιωπά». Επίσης, στην υπέρ Παλαμήδους απολογία, για να αντικρούσει ο Παλαμήδης το ότι φοβάται την θανατική ποινή, αναφέρει πως «η φύση καταδίκασε σε θάνατο κάθε θνητό τη μέρα που γεννήθηκε»! Θεωρεί πως όποιος έχασε τα χρήματά του ή την εξουσία του, μπορεί κάποια στιγμή να τα επανακτήσει, αν όμως χάσει την αξιοπιστία του, δεν πρόκειται ποτέ να την αποκτήσει ξανά. Για την αρετή, θεωρούσε πως είναι διαφορετική, αναλόγως το άτομο που εξετάζεται κάθε φορά (πχ άλλη η αρετή για έναν άνδρα, άλλη για μία γυναίκα, άλλη για έναν ηλικιωμένο κοκ) και πως αλλάζει για κάθε πράξη. Παρομοίαζε, τέλος, όσους μελετούσαν τα εγκυκλοπαιδικά μαθήματα χωρίς να ασχολούνται με τη φιλοσοφία, με τους μνηστήρες, οι οποίοι αν και επιθυμούσαν την Πηνελόπη, πλάγιαζαν με τις υπηρέτριές της!


Κλείνοντας, ως εισαγωγή στη σκέψη και το έργο των σοφιστών, προτείνουμε την ανάγνωση του βιβλίου «Γοργίας», από τις εκδόσεις Ζήτρος.

-Πηγή: Omerta Terrormachine # 36