Η σύνδεση του σύγχρονου κινηματογράφου με την διαμόρφωση της νεολαιίστικης κουλτούρας είναι ιδεολογική. Ο σκοπός δεν είναι μέσο, αντιθέτως είναι σκοπιμότητα. Για την ακρίβεια μετέρχεται την ιδεολογική σκοπιμότητα. Είναι η μετάδοση των κοινωνικών status quo που διαπερνούν την πολιτική σφαίρα. Τα μηνύματα περνούν υποδόρια. Αρκούν μονάχα μερικές εικόνες με μπόλικα εφέ, η εναλλαγή ύπουλα σκηνοθετημένων καταστάσεων και η έμπειρη ψυχολογική υποβολή. Διαμορφώνεται ένα political correct σύνολο στοιχείων όπου όλα είναι πασπαλισμένα με μια ισχυρή δόση ιδεολογικής δαιμονοποίησης και το γλυκό έδεσε. Οι θεατές σερβίρονται μόνοι τους το ποιοτικά αφερέγγυο προϊόν, κέντρο παραγωγής του οποίου είναι το αρρωστημένο εβραϊκό μυαλό. Τα διάφορα κέντρα «τεχνών και πολιτισμού» προάγουν με ζήλο τις αρρωστημένες επινοήσεις των σύγχρονων «καλλιτεχνών», έχοντας στόχο την διαβολή των νέων και την προώθηση των αντιναζιστικών και αντιρατσιστικών φαεινών ιδεολογημάτων τους. Όσες ταινίες του είδους και να παρακολουθήσετε, θα διαπιστώσετε πως η νοηματική συνισταμένη είναι κοινή…
Οι κακοί και διαβολικοί Ναζί, οι ταλαιπωρημένοι μετανάστες που παλεύουν με τα φουρτουνιασμένα κύματα, τα κράτη αδίκου που δεν τους χορηγούν άσυλο, ενώ η αντίθεση στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον πάντοτε συνδέεται με κάτι μειοψηφικά αρρωστημένο και ποτέ με μια υγιή πλειοψηφική αντίθεση. Υπάρχει η επιτηδευμένη αναγωγή στο συμμορίτικο πνεύμα. Στην ταινία Combat Girls (Kriegerin) η οποία κυκλοφόρησε τον περασμένο χρόνο στη Γερμανία και σε σκηνοθεσία David Wnendt και συνολική διάρκεια 103 λεπτά, οι αντιδρώντες στον πολυπολιτισμικό όλεθρο παρουσιάζονται ως ανήθικα στοιχεία, ως κοινοί μέθυσοι, αστείοι στις συμπεριφορές τους και ασκούντες βία χωρίς καμιά πολιτική χροιά, ιδεολογικά ανίδεοι, συνήθως φυλετικά ύποπτοι και αναμεμειγμένοι σε εμπορία ναρκωτικών ουσιών, κοινώς παρουσιάζονται ως αίσχιστου είδους ληστοσυμμορίτες που ζουν στο περιθώριο της κοινωνικής ζωής. Κάνοντας τον συνήγορο του Jellywood, θα χαριτολογήσουμε λέγοντας: μα καλά, υπάρχει ποτέ περίπτωση να κυκλοφορήσει μια διαφορετική ταινία; Η απάντηση είναι αρνητική. Δεν θα βρείτε καμιά ταινία που να εκθέτει με αντικειμενικό τρόπο την πραγματικότητα. Είναι κάτι που λείπει χαρακτηριστικά και συνολικά από τον χώρο του θεάματος. Το έργο αξίζει να το παρακολουθήσετε, χωρίς όμως να ταυτιστείτε μαζί του. Αξίζει για έναν μόνο λόγο. Για να διαπιστώσετε τι πρέπει να αποφύγετε στην πολιτική ενασχόληση σας.
Όσα παρουσιάζονται μέσα σ’ αυτό, συνιστούν απόλυτο όνειδος για έναν συνειδητοποιημένο πολιτικό ακτιβιστή και πρέπει να στηλιτευτούν με την μέγιστη αυστηρότητα. Σε σχετική κριτική πάνω στο έργο αυτό, γράφτηκαν τα εξής: «Η ταινία Combat Girls προσφέρει μια εφιαλτική απεικόνιση του Νεοναζισμού μέσα από μια μοναδικά γυναικεία οπτική. Η ιστορία εκτυλίσσεται σε μια μικρή πόλη της ανατολικής Γερμανίας, και επικεντρώνεται στην εικοσάχρονη Μαρίσα, μια νεαρή Skinhead που ρίχνει το φταίξιμο στους ξένους για την παρακμή της χώρας της. Κι ενώ μια άλλη νεαρή, η Σβένια, «στρατολογείται» και ξεκινά την μύησή της στη συμμορία των Νεοναζί, η αποκαλυπτική συνάντηση της Μαρίσα με ένα νεαρό Αφγανό πρόσφυγα μετριάζει τις ιδεολογικές της πεποιθήσεις. Ο κύκλος της βίας και ο αντισημιτισμός οξύνονται προκαλώντας καταστροφικές συνέπειες.»
Όποιος κατάλαβε, κατάλαβε! Ο πολιτικός στρατιώτης
δεν έχει ανάγκη από υποδείξεις και αναπαραστάσεις όσων βιωματικά μπορεί να
αντιληφθεί, να διαισθανθεί και να συμπεράνει. Το θέαμα αντιστρέφει την
πραγματική ζωή. Είναι το πλέον ύπουλο μέσο ανορθολογισμού. Βιωματικά θα εξάγετε
τα συμπεράσματα και τις κρίσεις σας. Μόνον αν βουτηχτείτε με λύσσα στη φωτιά
της επανάστασης. Η φωτιά είναι το σαγηνευτικό πύρωμα που αισθάνεται κανείς μέσα
από την επαναστατική τριβή του με τις ανάλογες πυρφόρες πολιτικές ιδέες, καθώς
μάχεται να τις κάνει πράξη. Οι ιδέες βιώνονται μέσα από την πρακτική εφαρμογή
τους και οι πράξεις γίνονται άμεσο βίωμα μέσα από την τριβή και την γαλούχηση
με ιδέες.